Εξωτική ομορφιά και μοναδικοί θησαυροί της φύσης σε ένα νησί πέρα από τα συνηθισμένα. Γνωρίστε το πιο εξωτικό νησί του Αιγαίου. Το νησί όπου ανακαλύφθηκε η Αφροδίτη της Μήλου. Το πιο εντυπωσιακό νησί των Κυκλάδων. Ηφαιστειογενή πετρώματα βάφουν τα βράχια στις παραλίες κόκκινα, ροζ, πορτοκαλί! Το Σαρακήνικο και το Κλέφτικο με τους λευκούς βράχους, τα πράσινα νερά και τις σπηλιές αφηγούνται ιστορίες για πειρατές. Οι κατακόμβες, οι εξωτικές παραλίες, το πολύχρωμο Κλίμα, ο Εμπουριός και τα Μανδράκια με τα υπόσκαφα κτίσματα για τις βάρκες, το ηλιοβασίλεμα στην Πλάκα, όλα εδώ φωνάζουν: η Μήλος είναι μοναδική. Αξίζει να δείτε στη Μήλο Οι παραλίες της Μήλου, απ΄ τις ομορφότερες των Κυκλάδων Παλαιοχώρι, Παπάφραγκας, Γέροντας, Φυρή, Πλάκα, Τσιγκράδο, Πλάθιενα. Κίτρινα, πορτοκαλί, κόκκινα και εκτυφλωτικά λευκά πετρώματα και βράχοι συνδυάζονται με νερά πρασινογάλαζα και τιρκουάζ και σμιλεύουν παραλίες μοναδικές. Η ηφαιστειακή γη της Μήλου γέννησε ένα θέαμα πέρα από κάθε φαντασία... Πηδήξτε σε ένα καραβάκι ή πάρτε το σκάφος σας και απολαύστε το πολύχρωμο καλειδοσκόπιο των παραλιών της Μήλου σε όλο του το μεγαλείο. Στις σπηλιές των πειρατών Κλέφτικο, Παπάφραγκας, Σαρακήνικο, Κάτεργο. Οι τρομεροί πειρατές του Μεσαίωνα είχαν τα λημέρια τους στο νησί της Μήλου. Τα ίχνη τους θα τα βρείτε στο Κλέφτικο: οι δέστρες των πειρατικών πλοίων λαξεμένες πάνω σε θεαματικούς γκριζόλευκους βράχους, δίπλα σε γαλαζοπράσινα νερά και σπηλιές. Στο Σαρακήνικο, το τοπίο είναι... από άλλον κόσμο: ολόλευκα βράχια σε σχήματα μαγευτικά περιβάλλουν έναν κλειστό όρμο. Αφεθείτε στο βαθύ μπλε του Αιγαίου και νιώστε τη φύση να σας αγκαλιάζει... Η «μικρή Βενετία» Το απόγευμα κάνετε μια βόλτα στο γραφικό πολύχρωμο οικισμό πάνω στο νερό, όπου βρισκόταν το λιμάνι της αρχαίας Μήλου. Είναι από τους πιο ιδιαίτερους που θα συναντήσετε στις Κυκλάδες. Τι τον κάνει ξεχωριστό; Τα 35 «σύρματα» που στέκονται πλάι-πλάι, παλιότερα υπόσκαφα σπιτάκια για τις βάρκες, τώρα παραθεριστικές κατοικίες. Περιπλανηθείτε στον οικισμό σύρριζα στο νερό και περιμένετε το ηλιοβασίλεμα. Τώρα είναι η καλύτερη ώρα για φωτογραφίες! Η Πλάκα και το κάστρο Άλλη αίσθηση στην έννοια «ρομαντικό ηλιοβασίλεμα»... Οι πλάκες στο προαύλιο της Παναγίας της Κορφιάτισσας ζεσταίνουν τα γυμνά πόδια και εσείς εκεί, μαζί στα Μάρμαρα, ετοιμάζεστε να δείτε ένα από τα ωραιότερα ηλιοβασιλέματα σε ολόκληρη τη Μεσόγειο. Όταν πια σουρουπώσει, χαζεύετε τα πλοία στο Αιγαίο... Δίπλα, η νοικοκυρεμένη Πλάκα, με την καθολική εκκλησία της Παναγίας των Ρόδων, το καλοβαμμένο πηγάδι, τα εστιατόρια και τα καφέ. Η πρωτεύουσα της Μήλου κτίστηκε το 1800 από τις αρχαίες πέτρες του κάστρου της. Ανηφορίστε μέχρι τα ερείπιά του και απολαύστε χωρίς βιασύνη το πανόραμα που προσφέρει το προαύλιο της Παναγίας Θαλασσίτρας. Στο αρχαιολογικό μουσείο της Πλάκας, η θεά του έρωτα: το αντίγραφο της Αφροδίτης της Μήλου, σε φυσικό μέγεθος. Οι κρυμμένοι θησαυροί της Μήλου H «σκοτεινή» Θειάφα Ανακαλύψτε με σκάφος αυτό το απόκοσμο «σκηνικό» των παλιών θειωρυχείων στα ανατολικά του νησιού, με τις στοές, τις σιδερένιες γέφυρες, τις ράγες, τα βαγονέτα και τα παλιά πέτρινα κτίσματα. Σε αυτό το νησί των Κυκλάδων θα βιώσετε το απόλυτο δέος. Η προϊστορική Φυλακωπή Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως τον προϊστορικό οικισμό της Φυλακωπής. Επισκεφθείτε τον αρχαιολογικό χώρο στο δρόμο προς τα Πολώνια. Οι κατακόμβες Εδώ θα δείτε τις μοναδικές κατακόμβες που σώζονται στην Ελλάδα. Ένας αρχαιολογικός χώρος με τάφους, που χρονολογούνται από τον 1ο μέχρι τον 5ο μ.Χ. αιώνα, εντυπωσιακός και υποβλητικά φωτισμένος. Ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα του νησιού. Πηγή: www.discovergreece.gr
Ο παραδεισος της Μανης: Το ψαροχωρι με την ξεχωριστη ομορφια οπου ο Καζαντζακης γνωρισε τον Ζορμπα8/5/2018 Το νεόδμητο χωριουδάκι, χτισμένο στους πρόποδες του Ταΰγετου σε μια κατάφυτη από ελαιώνες περιοχή, που εξελίχθηκε με γρήγορο ρύθμο σε ένα από τα πιο φημισμένα τουριστικά θέρετρα της Ελλάδας. Βρίσκεται στη Μάνη και συγκεκριμένα στην Έξω Μεσσηνιακή Μάνη. Παλαιότερα ήταν ένα ήσυχο ψαροχώρι με ελάχιστο πληθυσμό και ονομαζόταν Ποταμός, από το ποτάμι Δράκο που το διέσχιζε. Στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Στούπα εξαιτίας της διαδικασίας επεξεργασίας των δεματιών λιναριού (γνωστά ως Στουπιά) στις θαλασσινές λακκούβες της παραλίας του χωριού τόσο από τους κατοίκους της όσο και από τους κατοίκους γειτονικών χωριών. Σήμερα η Στούπα έχει αποκτήσει όλες τις απαραίτητες υποδομές για τη φιλοξενεία των τουριστών που επιλέγουν την περιοχή για τις διακοπές τους. Η ποικιλομορφία του τοπίου σε μαγεύει... Ο επιβλητικός Ταΰγετος, η παραδοσιακή Μανιάτικη αρχιτεκτονική, τα λιμανάκια, οι γραφικές εκκλησίες, οι σπηλιές, τα παραδοσιακά χωριουδάκια με τα υπέροχα καλντερίμια και οι καταπληκτικές αμμώδεις παραλίες συνθέτουν ένα πανέμορφο σκηνικό που γοητεύει κάθε επισκέπτη. Η Στούπα έχει γίνει παγκοσμίως γνωστή για τις δυο πανέμορφες ακρογιαλιές της, την παραλία της Στούπας ακριβώς μπροστά από τον οικισμό και την παραλία της Καλογριάς. Οι δυο ρήχες, αμμώδεις, γραφικές και οργανωμένες παραλίες με τα διαυγέστατα νερά έλκουν επισκέπτες από όλα τα μέρη του κόσμου. Ειδικά η παραλία της Καλογριάς είναι γνωστή τόσο για την ομορφιά της όσο και για την ιστορία της αφού εκεί έζησαν το 1917 ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Αλέξης Ζορμπάς. Ήταν εκεί όπου γνωρίστηκαν καλά (δούλευαν και οι δυο στα εγκαταλελειμμένα σήμερα ορυχεία της Πραστοβάς στο Νέο Προάστιο), έδεσε η φιλία τους και ο διάσημος συγγραφέας εμπνεύστηκε το μοναδικό αριστούργημα "Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά". Στην περιόχη βρέθηκαν ως φιλοξενούμενοι του Καζαντζάκη ο Άγγελος Σικελιανός με τη γυναίκα του Εύα, η Μαρίκα Κοτοπούλη και η Κυβέλη. Σήμερα οι μισοί τουρίστες που επισκέπτονται την περιοχή κρατούν στα χέρια τους το βιβλίο "Ζορμπάς" και οι άλλοι μισοί το βιβλίο "Μάνη" του Πάτρικ Λη Φέρμορ. Η ποικιλία του τοπίου μοναδική... Τα ποταμάκια, οι γλυφάδες, οι απίθανες σπηλιές, τα λιμανάκια, τα νησάκια και ο λόφος του Κάστρου είναι πράγματι αληθινά δώρα της φύσης. Οι εξορμήσεις στην ευρύτερη περιοχή προσφέρουν δυνατές συγκινήσεις. Σε λόφο πάνω από τη Στούπα, σε θέση που προσφέρει υπέροχη θέα, σώζονται τα ερείπια φράγκικου κάστρου ("Γιστέρνα" ή "Μποφώρ"), που οικοδομήθηκε τον 13ο αιώνα από τον Γουλιέλμο Βιλαερδουίνο. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται το χωριουδάκι Λεύκτρον από το οποίο κατέβηκαν οι πρώτες οικογένειες και έχτισαν σταδιακά τη Στούπα. Η πόλη του Λεύκτρου είναι πανάρχαια. Είχε καταστραφεί πολλές φορές και η αρχαία Ακρόπολή της είχε καταληφθεί από Φράγκους και από Ενετούς. Αναφορά στο κάστρο του Λεύκτρου έχουμε από τον περιηγητή Παυσανία.
Σύντομη ιστορική αναδρομή Η πορεία των Τζουμέρκων μέσα στο χρόνο υπήρξε μακραίωνη και πολυτάραχη. Ήδη από την Eποχή του Χαλκού και πιο συγκεκριμένα περίπου στο 2000 π.Χ., περίοδο άφιξης των πρώτων ελληνόφωνων φύλων στην Ήπειρο, εγκαθίσταται στη συγκεκριμένη περιοχή το φύλο των Αθαμάνων. Από αυτό πήρε και το όνομά της και έτσι έκτοτε έμεινε γνωστή ως Αθαμανία. Οι φιλολογικές πηγές επιβεβαιώνουν την άφιξη του φύλου των Αθαμάνων με τα υπόλοιπα ελληνόφωνα φύλα και την εγκατάστασή του στην προαναφερθείσα περιοχή. Η έλλειψη όμως συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας αποτελεί ανάσχεση στη μελέτη της πορείας και δράσης του, τόσο κατά την προϊστορική εποχή όσο και κατά την κλασική αρχαιότητα και έως τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Δυστυχώς, οι ελάχιστες αναφορές στις γραπτές πηγές και τα σποραδικά αρχαιολογικά ευρήματα δεν προσφέρουν παρά αποσπασματικά στοιχεία που αποδεικνύουν την κατοίκηση της Αθαμανίας από ένα ελληνικό γεωργικό φύλο, το οποίο, λόγω της γεωγραφικής του απομόνωσης και των δυσχερειών διαβίωσης, παρέμεινε σε πρωτόγονη κατάσταση σε σύγκριση με τη νότια Ελλάδα. Με το πέρασμα στον 4ο αι. π.Χ., που αποτελεί αφετηρία της γενικότερης πολιτικής οργάνωσης της Ηπείρου κατά τα νοτιοελλαδικά πρότυπα, της πολιτιστικής ανάπτυξης και της ενεργής συμμετοχής των διαφόρων πόλεων-κρατών της στα ελληνικά πράγματα, εμφανίζονται στο προσκήνιο και οι Αθαμάνες. Πιο συγκεκριμένα, χωρίς να είναι γνωστή η πολιτική τους οργάνωση καθώς και ο χρόνος ίδρυσης του ομώνυμου βασιλείου, συμμετέχουν δυναμικά στα μεγάλα πολιτικά και πολεμικά γεγονότα της νοτίου Ελλάδος. Στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. θα προσαρτηθούν στο βασίλειο του Πύρρου, ο οποίος εκτίμησε την καίρια γεωγραφική θέση της περιοχής και θα τον ακολουθήσουν στις εκστρατείες του. Μετά το θάνατο και τη διάλυση του βασιλείου του, θα αποτελέσουν μέλη της Συμμαχίας των Ηπειρωτών. Στα τέλη του 3ου και στο πρώτο ήμισυ του 2ου αι. π.Χ. και έως τη ρωμαϊκή κατάκτηση της Ηπείρου, η Αθαμανία, ως ανεξάρτητο πλέον βασίλειο, θα βρεθεί στο επίκεντρο των πολεμικών και πολιτικών εξελίξεων και μάλιστα θα πρωταγωνιστήσει, κυρίως χάρη στην προσωπικότητα του χαρισματικού και δραστήριου βασιλιά της Αμύνανδρου. Μετά το 167 π.Χ. και τη ρωμαϊκή κατάκτηση, η Αθαμανία, όπως και η υπόλοιπη Ήπειρος, θα καταστραφεί και θα ερημωθεί. Οι κάτοικοί της θα μεταφερθούν σε πεδινές ή παραθαλάσσιες θέσεις και στα μεγάλα αστικά κέντρα, κατά τη συνήθη τακτική των Ρωμαίων. Συνολικά, καθ’ όλη την περίοδο της ρωμαιοκρατίας, η ορεινή άγονη και απομονωμένη Αθαμανία, σχεδόν έρημη και εγκαταλελειμμένη, θα ακολουθήσει την παρακμή και γενικά την πορεία της υπόλοιπης Ηπείρου. Κατά τη διάρκεια της επόμενης βυζαντινής περιόδου, η περιοχή αρχικά θα υπαχθεί διοικητικά στην επαρχία Παλαιάς Ηπείρου και αργότερα στο θέμα Νικοπόλεως, θα γνωρίσει τις αλλεπάλληλες βαρβαρικές επιδρομές, ίσως όχι με την ίδια ένταση όσο η υπόλοιπη πιο εύκολα προσβάσιμη Ήπειρος και κυρίως τα αστικά κέντρα της ύστερης αρχαιότητας, τις λεηλασίες, τη σλαβική κατάκτηση, την πρόσκαιρη βουλγαρική κατοχή, ενώ μετά το 1204 θα αποτελέσει τμήμα του Ανεξάρτητου Κράτους της Ηπείρου. Σε γενικές γραμμές, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η πορεία της Αθαμανίας ενσωματώνεται και ταυτίζεται με την αντίστοιχη της υπόλοιπης Ηπείρου. Επειδή όμως η έρευνα και για την περίοδο αυτή βρίσκεται σε αρχικό ακόμη στάδιο, ενώ και τα ελάχιστα υπάρχοντα στοιχεία προσφέρουν πολύ γενικές πληροφορίες, θα πρέπει να περιοριστούμε σε γενικεύσεις και υποθέσεις σχετικά με τη θέση της και την πορεία της στο πλαίσιο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Πιο συγκεκριμένα, δεν υπάρχουν στοιχεία και μαρτυρίες για τον πληθυσμό και τις αυξομειώσεις του, τις θέσεις εγκατάστασης και τη μορφή τους, τις τυχόν πολεμικές επιχειρήσεις και γενικότερα την οικονομική, πολιτική και κοινωνική οργάνωση. Ωστόσο, ο χώρος της Αθαμανίας μπορεί να χαρακτηριστεί ως στρατηγικής σημασίας πέρασμα, το οποίο ένωνε την Ήπειρο με τη Θεσσαλία και ήλεγχε τμήμα του χερσαίου οδικού δικτύου. Η σημασία του αυτή είχε γίνει αντιληπτή ήδη από την κλασική αρχαιότητα, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι αποτέλεσε συχνά αντικείμενο διεκδίκησης ανάμεσα σε διάφορα φύλα. Δεδομένου ότι οι ανάγκες επαφής και επικοινωνίας της Ηπείρου με τις όμορες περιοχές δεν μεταβλήθηκαν ουσιαστικά στο πλαίσιο της αυτοκρατορίας, φαντάζει λογική η υπόθεση ότι η Αθαμανία εξακολούθησε να διατηρεί την εξέχουσα θέση που της εξασφάλιζε η γεωγραφία της. Λειτουργούσε επομένως ως μία από τις κύριες διόδους προς τη Θεσσαλία, μια περιοχή με την οποία η Ήπειρος είχε ιδιαίτερες σχέσεις και παράλληλη ιστορική πορεία. Η σημασία της αυξήθηκε την περίοδο του «Δεσποτάτου», καθώς η Αθαμανία δεν απέχει ιδιαίτερα από την πρωτεύουσά του Άρτα, ενώ, επιπλέον, από αυτή διερχόταν και η κυριότερη οδική αρτηρία που ένωνε απευθείας την Άρτα με τα Τρίκαλα και την Ήπειρο με τη Θεσσαλία. Έτσι λοιπόν, η ορεινή και απομονωμένη, αλλά στρατηγικού χαρακτήρα πέρασμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Αθαμανία βρίσκεται την εποχή του Ανεξάρτητου Κράτους της Ηπείρου να πλαισιώνει την πρωτεύουσά του και να διασφαλίζει τμήμα της χερσαίας επικοινωνίας της. Η εξέχουσα θέση της δεν αποτελεί πλέον υπόθεση. Αντίθετα, αποδεικνύεται από την ίδρυση στην περιοχή της Κόκκινης Εκκλησιάς Βουργαρελίου και την πλαισίωσή της από την αντίστοιχη Πόρτα Παναγιά στην Πύλη Τρικάλων. Τα δύο μνημεία δηλαδή είναι τοποθετημένα κοντά στις δύο αφετηρίες της οδικής αρτηρίας, την οποία και ορίζουν. Επιπρόσθετες πληροφορίες για την ίδια περίοδο αντλούνται και από δύο πολύ σημαντικές ιστορικές μαρτυρίες, οι οποίες ωστόσο δεν κατέστη ακόμη δυνατό να αποδοθούν με πλήρη βεβαιότηρα. Πιο συγκεκριμένα, στο βιβλιογραφικό σημείωμα του κώδικα Cromwell 11 του 1225, ενός από τα Ηπειρωτικά Χειρόγραφα, ο γραφέας του, αναγνώστης Μιχαήλ Παπαδόπουλος, διασώζει, ανάμεσα σε άλλες πληροφορίες, ότι ο ίδιος ήταν υιός του ιερέως Γεωργίου, καταγόμενος από το θέμα των Ιωαννίνων και κάτοικος στο δρόγγο Τζεμερνίκου. Αντίστοιχα στο χρυσόβουλο του Αυτοκράτορα Ανδρονίκου Παλαιολόγου του 1321, με το οποίο παραχωρήθηκαν προνόμια στη νεοσυσταθείσα μητρόπολη όπως και στην πόλη των Ιωαννίνων, η ενορία Τζεμερνίκου συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πέντε ενορίες του θέματος των Ιωαννίνων. Από τις δύο προαναφερθείσες πηγές, αποδεικνύεται η κατοίκηση της περιοχής κατά την Υστεροβυζαντινή περίοδο. Επιπλέον, αποκαλύπτεται η διοικητική της διαίρεση, καθώς ο όρος δρόγγος χαρακτηρίζει την ορεινή διοίκηση σε ποικίλες μεσαιωνικές πηγές, αλλά και η αντίστοιχη εκκλησιαστική καθώς αποτελούσε ενορία του θέματος Ιωαννίνων, υπαγόμενη στην ομώνυμη Μητρόπολη. Τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την παραγωγή χειρογράφων στην ορεινή και δυσπρόσιτη περιοχή του Τζεμέρνικου, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κατά την περίοδο του Ανεξάρτητου Κράτους της Ηπείρου, όχι μόνο κατοικούνταν ή θεωρούνταν στρατηγικής σημασίας λόγω της καίριας γεωγραφικής της θέσης, αλλά ήταν πλήρως ενταγμένη στη δομή και διοίκηση τόσο του κράτους όσο και της Εκκλησίας, διάγοντας μάλιστα και μια εποχή γενικότερης ακμής. Η αμέσως επόμενη ιστορική περίοδος είναι εκείνη της μακραίωνης οθωμανικής κυριαρχίας. Δυστυχώς και για τη συγκεκριμένη περίοδο θα περιοριστούμε κυρίως σε υποθέσεις και γενικεύσεις, καθώς και πάλι τα στοιχεία είναι πενιχρά. Πιο συγκεκριμένα, μετά τη συνθηκολόγηση των Ιωαννίνων το 1430 και την αναίμακτη παράδοση της Άρτας το 1449, οι Οθωμανοί, εκτιμώντας την καίρια γεωγραφική θέση και τη μεγάλη σημασία της περιοχής των Τζουμέρκων, επιδίωξαν να την υποτάξουν, προκειμένου να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην ευρύτερη επικράτεια και να αποφύγουν τυχόν επαναστατικά κινήματα, τα οποία θα μπορούσε να υποθάλψει εξαιτίας της ορεινής και δυσπρόσιτης γεωμορφολογία της. Ωστόσο, οι κάτοικοι, όπως και σε άλλα τμήματα της ηπειρωτικής υπαίθρου, π.χ. Ανατολικό Ζαγόρι και τμήματα της περιοχής του Μαλακασίου, δεν υποτάχτηκαν αμέσως αλλά εξακολούθησαν να αντιστέκονται. Τελικά, το 1478 θα αναγκαστούν να συνθηκολογήσουν, πετυχαίνοντας όμως προνομιακό καθεστώς ημιανεξαρτησίας και αυτοδιοικήσεως, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους. Επιπλέον, ορισμένα χωριά, π.χ. Καλαρρύτες, Συρράκο, τέθηκαν υπό την προστασία της βασιλομήτορος Βαλιδέ Σουλτάνας εξαιτίας της στρατηγικής τους θέσης, καθώς ήλεγχαν τα περάσματα της Πίνδου. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα και την ιδιαίτερη μεταχείρισή τους. Έτσι, τα Τζουμέρκα δεν θα γνωρίσουν τις αυθαιρεσίες και τις βιαιότητες του Οθωμανού κατακτητή, όπως άλλες ηπειρωτικές περιοχές. Αντίθετα και εξαιτίας της σχετικής αυτονομίας που απολάμβαναν, θα αποτελέσουν καταφύγιο για πολλούς δοκιμαζόμενους Έλληνες, που εγκατέλειπαν τις εστίες τους στις πεδινές θέσεις και επιδίωκαν την εγκατάστασή τους σε ορεινές και δυσπρόσιτες περιοχές. Τα προνόμια και η σχετική ηρεμία θα διατηρηθούν έως τις αρχές του 17ου αι. Βέβαια, σταδιακά είχαν αρχίσει να μειώνονται και να καταπατούνται. Ωστόσο, με αφορμή το αποτυχημένο επαναστατικό κίνημα του Διονυσίου Φιλοσόφου στα Γιάννενα (1611), καταργήθηκαν τόσο τα προνόμια όσο και η ευνοϊκή μεταχείριση πολλών ηπειρωτικών περιοχών. Έκτοτε, ο ζυγός της δουλείας έπεσε βαρύς επάνω στα χωριά των Τζουμέρκων, όπως και στην υπόλοιπη Ήπειρο, ενώ οι αρπαγές, οι ληστείες, οι λεηλασίες, οι αυθαιρεσίες, η βαριά φορολογία, οι εξισλαμισμοί, το παιδομάζωμα και οι διωγμοί διαδέχονταν τις περιόδους ηρεμίας και ευημερίας. Στα τέλη του 17ου αι. και πιο συγκεκριμένα μετά τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699), τα Τζουμέρκα θα γνωρίσουν μια περίοδο ακμής με τον πληθυσμό τους να αυξάνεται σημαντικά, κυρίως από την εγκατάσταση κατοίκων από τις γύρω περιοχές, τα διαλυμένα χωριά να ανασυγκροτούνται και να ιδρύονται νέα και μια γενικότερη οικοδομική δραστηριότητα να παρατηρείται σε ολόκληρη την επικράτεια. Κατά τον 18ο αι. και έως την άνοδο στο θρόνο του πασαλικίου της Ηπείρου του Αλή πασά (1788), εκτός από τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη και ακμή, παρατηρείται στην περιοχή και μια έντονη κινητικότητα ένοπλων ομάδων, οι οποίες, καλά οργανωμένες, παρακολουθούν τις εξελίξεις στον ελλαδικό χώρο και είναι έτοιμες να ξεσηκωθούν. Βέβαια, οι κινήσεις τους γίνονται αντιληπτές από τους κατακτητές. Ως συνέπεια, συχνά επεμβαίνουν, με ασήμαντες αφορμές, τρομοκρατώντας, καταπιέζοντας και βασανίζοντας τους κατοίκους. Επομένως, η ησυχία, η ηρεμία και η γενικότερη ανάπτυξη διακόπτονται από λεηλασίες, αυθαιρεσίες, πυρπολήσεις, σφαγές κ.ά. Την περίοδο διακυβέρνησης της Ηπείρου από τον Αλή πασά (1788-1822), τα χωριά των Τζουμέρκων θα αναπτυχθούν περαιτέρω πληθυσμιακά και οικονομικά, ως αποτέλεσμα της καλής οργάνωσης και διοίκησης του κράτους του που απέφερε γενικότερη ηρεμία, ανάπτυξη και ακμή αλλά και εξαιτίας της ιδιαίτερης προσοχής που έτυχε η περιοχή συνολικά λόγω της καίριας γεωγραφικής της θέσης, κυρίως ως πέρασμα προς τη Θεσσαλία. Παράλληλα, θα αισθανθούν σε μεγάλο βαθμό και τη σκληρότητα του σατράπη της Ηπείρου, καθώς βρίσκονταν σε συνεχή επαναστατικό αναβρασμό και αποτελούσαν καταφύγιο ένοπλων ομάδων που συχνά αψηφούσαν την εξουσία του Αλή. Έτσι, συχνά ήταν και τα ιδιαίτερα σκληρά αντίποινά του, προκειμένου να επαναφέρει την τάξη και να διατηρεί τον έλεγχο. Ήδη όμως από το 1818, τα νέα για τη Φιλική Εταιρεία φτάνουν στην Άρτα και αρκετοί Τζουμερκιώτες θα μυηθούν σε αυτή. Πλησιάζοντας στις παραμονές της επανάστασης του 1821, οι μαρτυρίες, τα στοιχεία και οι πληροφορίες για την περιοχή πληθαίνουν, καθώς η συμμετοχή των χωριών και των κατοίκων στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα στάθηκε ιδιαίτερα μεγάλη και σημαντική, αναλογικά με τα δεδομένα της. Πιο συγκεκριμένα, ενώ η μύηση στη Φιλική Εταιρεία συνεχιζόταν, οι ένοπλες ομάδες οργανώθηκαν συστηματικότερα, ήρθαν σε συνεννοήσεις με καπεταναίους και άλλες αντίστοιχες ομάδες και βρίσκονταν σε συνεχή ετοιμότητα. Τελικά, στις 15 Μαΐου 1821, θα κηρυχτεί επίσημα η επανάσταση στη μονή του Αγ. Γεωργίου στο Βουργαρέλι. Έκτοτε, οι όμορες περιοχές των Τζουμέρκων και του Ραδοβιζίου βρίσκεται σε διαρκή αναταραχή. Αρκετές σκληρές μάχες διεξάγονται στα εδάφη τους και πολλά χωριά υφίστανται τα αντίποινα των κατακτητών: λεηλασίες, καταστροφές ή καίγονται και αφανίζονται ολοκληρωτικά, π.χ. Άγναντα, Συρράκο, Καλαρρύτες. Επιπλέον, Τζουμερκιώτες αγωνιστές εντοπίζονται σε ολόκληρη την Ήπειρο και τμήματα της Στερεάς Ελλάδας να μάχονται με ιδιαίτερη ανδρεία. Μετά το τέλος της επανάστασης και την ίδρυση του πρώτου ελληνικού κράτους, η περιοχή των Τζουμέρκων, παρά την πολύπλευρη προσφορά της και τις θυσίες της, δεν συμπεριλήφθηκε σε αυτό, όπως και η υπόλοιπη Ήπειρος, αλλά παρέμεινε υπό οθωμανική διοίκηση. Η δίψα όμως για ελευθερία και η σφοδρή επιθυμία προσάρτησης στο νεοϊδρυθέν ελληνικό κράτος οδήγησαν στο ξέσπασμα μιας σειράς νέων, τοπικών αυτή τη φορά, επαναστατικών κινημάτων. Οι μάχες που διεξήχθησαν ήταν σκληρές και αιματηρές, ενώ και πάλι τα χωριά θα υποστούν τα αντίποινα των κατακτητών. Ως αποτέλεσμα όμως των συνεχιζόμενων αυτών αγώνων και της διπλωματίας, ήρθε η προσάρτηση των Τζουμέρκων στο ελληνικό κράτος το 1881, μαζί με τμήματα της Θεσσαλίας και της Άρτας. Αφού επιτεύχθηκε ο μεγάλος αυτός στόχος, η περιοχή δεν θα ειρηνεύσει. Αντίθετα, θα ακολουθήσει την ταραγμένη πορεία της νεότερης Ελλάδας, συμμετέχοντας στα μεγάλα πολεμικά γεγονότα και εξακολουθώντας έως τη σύγχρονη εποχή να αποτελεί κοιτίδα αγωνιστών και αντίστασης στον εκάστοτε κατακτητή. Κωνσταντίνα Ζήδρου
Αρχαιολόγος, Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Υποψήφια διδάκτωρ αρχαιολογίας του ιδίου Πανεπιστημίου Παλιά γεφύρια και νερόμυλοι, σπηλιές και πηγές με κρυστάλλινα νερά, βράχια λεία και σμιλευμένα στην κοίτη του χειμάρρου, όλη σχεδόν η χλωρίδα και πανίδα αυτού του νησιού, συνθέτουν το φαράγγι της Μέλισσας. Είναι το διαμάντι του νησιού μας.Ο περίπατος στο φαράγγι της μέλισσας είναι από εκείνες τις εμπειρίες που σε γεμίζουν δέος και απόλαυση, τόσο, που δυσκολεύεσαι να βρεις τις κατάλληλες λέξεις να περιγράψεις την εμπειρία σου. Όλες οι λέξεις μοιάζουν φτωχές. Ένας ορμητικός χείμαρρος σε συντροφεύει σε όλη τη διαδρομή. Βρίσκεται πότε στα δεξιά και πότε στα αριστερά σου. Από αυτόν το χείμαρρο τροφοδοτούνταν με νερό οι νερόμυλοι της εποχής που σώζονται μέχρι σήμερα. Τους συναντάς τον έναν μετά τον άλλον, δείγματα ζωής, ενέργειας και ανθρώπινου μόχθου. Η επίσκεψη στο φαράγγι της Μέλισσας είναι προσιτή ακόμα και στο μέσο περιπατητή και περιλαμβάνει τρεις διαδρομές. Λίγο πριν την ξύλινη αψίδα που σε οδηγεί στην «Πηγή Σπηλιάς» συναντάς το πρώτο πετρόχτιστο γεφύρι. Από εκεί και μετά το τοπίο αλλάζει, η φύση απλώνεται μπροστά σου σε όλο το μεγαλείο της. Τεράστια πλατάνια σε υποδέχονται για την πρώτη στάση δίπλα στην ξακουστή βρύση με τα κρυστάλλινα νερά. Είναι φωλιασμένη κάτω από έναν τεράστιο βράχο και βρίσκεται στη σκιά αιωνόβιων δέντρων. Το κελάρυσμα του νερού, το κελαΐδισμα των πουλιών, το θρόισμα των φύλλων στα δέντρα, είναι οι ήχοι που θα σε συντροφέψουν από δω και πέρα. Πηγή:http://aromalefkadas.gr
|
AuthorGAT - η πηγή αναφέρεται ξεχωριστά σε κάθε post Archives
October 2020
Categories
All
|
We Would Love to Have You Visit Soon!We live & work in Athens GMT +2 timezone
10:00 am - 6:00 pm |
©
Greece Adventure Trips
|