Στα ριζά των δυτικών Πιερίων και στην είσοδο του ρέματος της Λάφιστας (διαφορετικά Λαφόρεμα), το οποίο ξεκινά από το Καταφύγι και χύνεται στην Τεχνητή Λίμνη του Πολυφύτου, 2,5 χιλιόμετρα από το Βελβεντό, βρίσκεται το Φαράγγι των «Εννιά Πιερίδων Μουσών» ή «Σκεπασμένο». Η περιοχή βαπτίστηκε έτσι εξαιτίας ενός σημείου, όπου το ρέμα σκεπάζεται από τη γη. Το «Σκεπασμένο» αποτελεί ένα τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλους, με τους καταρράκτες, τις φυσικές λιμνούλες και τους εντυπωσιακούς βράχους. Από το ξύλινο «παρατηρητήριο», το οποίο πρόσφατα διαμορφώθηκε, μπορεί κανείς να απολαύσει τη θέα του πρώτου τριπλού καταρράκτη, ύψους 25 μέτρων.
Υπάρχει ειδική έκταση – πάρκο, η οποία διαμορφώθηκε με τρόπο ώστε να μπορεί να υποδεχθεί εκδηλώσεις ή συναυλίες. Ο επισκέπτης μπορεί να κατέβει τον καταρράκτη, από ένα μονοπάτι ειδικής δυσκολίας, αναζητώντας το πέρας του. Για τους εραστές των «extreme sports», η κατάβαση μπορεί να γίνει με σκοινιά και μέσα από τον ίδιο τον καταρράκτη. Από την περιοχή του πάρκου, έχει επίσης κανείς τη δυνατότητα να προχωρήσει στην κορυφή (κοίτη) του φαραγγιού, ψηλά από τον πρώτο καταρράκτη, συναντώντας μικρές φυσικές λίμνες, σκεπασμένες από αιωνόβια πλατάνια και άλλα αυτοφυή δέντρα. Κάπου εκεί θα ανακαλύψει και την πίστα χορού, η οποία διαμορφώθηκε κατά τη δεκαετία του ’50 από τους παλαιότερους Βελβεντινούς, με στόχο να διασκεδάζουν εκεί με τις παρέες τους. Οι πιο τολμηροί επισκέπτες μπορούν να συνεχίσουν την ανάβαση στο φαράγγι, ακολουθώντας το παλιό μονοπάτι προς το Καταφύγι. Η διαδρομή αυτή πέρα από τη μαγεία της ανάβασης, κρύβει μικρές εκπλήξεις όπως δέκα ακόμα καταρράκτες, μικρούς και μεγαλύτερους, είκοσι περίπου λιμνούλες, καθώς και λείψανα παλιών νερόμυλων. Πρόκειται για το κατώτερο τμήμα της λεκάνης του «Σκουλιαρίτικου λάκκου», στη δυτική πλευρά των Πιερίων. Η περιοχή διασχίζεται από το κεντρικό ρέμα μιας μεγάλης λεκάνης απορροής, το ανατολικό όριο της οποίας βρίσκεται στην ψηλότερη κορυφογραμμή των Πιερίων. Το ρέμα έχει συνεχή ροή και εκβάλει στην Τεχνητή Λίμνη του Πολυφύτου. Στο κατώτερο τμήμα της περιοχής, σχηματίζεται ένας σημαντικός καταρράκτης ύψους 40 μέτρων περίπου, με δύο ενδιάμεσες βαθμίδες. Η θέση του καταρράκτη απέχει από το Βελβεντό περίπου 4 χιλιόμετρα και η διαδρομή είναι σχετικά εύκολη. Λίγο ψηλότερα από τον καταρράκτη, γίνεται υδροληψία για λόγους άρδευσης, με τη χρήση ενός πολύ μικρού φράγματος, ενώ ένα μικρό λιθεπένδυτο κανάλι οδηγεί το νερό έξω από το φαράγγι, στην αγροτική περιοχή του Βελβεντού. Τα έργα υδροληψίας είναι μικρά, διακριτικά και αρκετά παλιά. Έγιναν χωρίς σκαπτικά μηχανήματα και χρήση τσιμέντου (λιθόθμητοι τοίχοι αντιστήριξης, μικρή σήραγγα και λιθεπένδυτο κανάλι). Η προσέγγιση του καταρράκτη από την εκκλησία της Αγίας Τριάδος, γίνεται από το μονοπάτι που ακολουθεί το κανάλι, διαμέσου πυκνής θαμνώδους βλάστησης και πρόκειται για μία πολύ γραφική διαδρομή. Οι κλίσεις του εδάφους είναι πολύ ισχυρές, ενώ η βλάστηση γενικά θαμνώδης και ασυνεχής (κατά μήκος του ρέματος κυριαρχούν τα πλατάνια). Εν αντιθέσει, στις εκατέρωθεν πλαγιές η βλάστηση οργιάζει: φυλλοβόλοι θάμνοι οστριάς, γαύρου, φράξου, κοκορεβιθιάς, χρυσόξυλου, κράτεγου, κουτσουπιάς, χνοώδους δρυός, μαζί με αείφυλλους θάμνους πρίνου, οξύκεδρου, φιλλικού (ζώνη sabljiak). Η φυσική συνέχεια της βλάστησης διακόπτεται από μικρές βραχώδεις εξάρσεις ή από διαβρωμένες επιφάνειες ισχυρών κλίσεων, στα ψηλότερα σημεία της περιοχής. Ο καταρράκτης είναι το εντυπωσιακότερο στοιχείο, όντας κατάλληλα ορατός από τα υπάρχοντα μονοπάτια. Στο βόρειο τμήμα του Εθνικού Δρυμού Βίκου-Αωού στα Ιωάννινα, εκεί που ανταμώνουν οι πλαγιές της Τύμφης, του Ροϊδοβουνίου και της Τραπεζίτσας σχηματίζεται η μεγαλειώδης χαράδρα του ποταμού Αώου. Η μονότοξη γέφυρα της Κόνιτσας στον ποταμό σηματοδοτεί το βόρειο σύνορο του Δρυμού και από εκεί ξεκινά το μονοπάτι, δίπλα από το ποτάμι, που φτάνει στον καταρράκτη του Γράβου και την ιστορική Μονή Στομίου που χρονολογείται από το 1774. Η διαδρομή με τα πόδια είναι εύκολη και ευχάριστη, καθόλη τη διάρκεια οι πεζοπόροι είναι περικυκλωμένοι από πυκνή βλάστηση και τους συντροφεύουν οι ήχοι του ποταμιού. Το μονοπάτι μετά τη Μονή συνεχίζει ως τη Δρακόλιμνη και την κορυφή Γκαμήλα. Την ατμόσφαιρα της χαράδρας μπορεί κάποιος να την βιώσει και στο ποτάμι κάνοντας ράφτινγκ και κανό-καγιάκ και μάλιστα υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα δυσκολίας ανάλογα με το τμήμα της διαδρομής. Πολλά μικρά ποτάμια και καταρράκτες κυλούν από τους γκρεμούς προς τον Αώο κάνοντας την περιοχή καταπράσινη, ενώ η υψομετρική διαφορά από το ποτάμι ως τις κορυφές αγγίζει τα 2000μ. Το μήκος της χαράδρας είναι συνολικά 8 χιλιόμετρα, ξεκινά από τη μονότοξη γέφυρα της Κόνιτσας (1870) και καταλήγει δυτικά του δρόμου Παλαιοσελίου – Βρυσοχωρίου. Πηγή:www.mygreekholiday.gr
Η σημαντικότερη πύλη εισόδου από και προς το νησί της Εύβοιας, η Χαλκίδα, αποτελεί μια από τις πιο ιδανικές αποδράσεις για διασκέδαση και καλό φαγητό, αλλά και για βόλτες στην παραλία με τα… τρελά νερά και στην περιοχή του κάστρου.Κτισμένη στις δύο πλευρές του πορθμού του Ευρίπου με το ένα κομμάτι της να βρίσκεται στην Εύβοια και το άλλο της στη Στερεά Ελλάδα, η Χαλκίδα αποτελεί ιδανικό προορισμό για ολιγοήμερες διακοπές και όχι μόνο. Υπήρξε μία από τις πιο δραστήριες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας, η οποία δημιούργησε αποικίες από τη Θράκη ως την Ιταλία και τη Σικελία, ενώ η επίκαιρη γεωγραφική και στρατηγική της θέση συχνά την ανάγκασε να υπαχθεί στις κατακτητικές βλέψεις διαφόρων δυνάμεων κατά την ιστορική της διαδρομή, αλλά και να αποτελέσει αναπόσπαστο τμήμα των αυτοκρατοριών τόσο της αρχαιότητας, όσο και του Μεσαίωνα. Σήμερα η Χαλκίδα αποτελεί πρωτεύουσα και κύριο λιμάνι του νομού Εύβοιας. Απέχει περίπου 70 χλμ. από την Αθήνα και προσφέρεται για εκδρομές και βόλτες παραλιακά, αλλά και στο λόφο όπου βρίσκεται το αρχαίο φρούριο του Καράμπαμπα και φυσικά στη γέφυρα του Ευρίπου όπου μπορεί κανείς να δει το μοναδικό φαινόμενο της παλίρροιας. Τι να δείτε στην πόλη Στην είσοδο της πόλης, βρίσκεται η νέα εντυπωσιακή καλωδιακή (κρεμαστή) γέφυρα, ένα σύγχρονο τεχνολογικό επίτευγμα, η οποία συμβάλλει στην ευκολότερη προσέγγιση της πόλης και στην αποφυγή της κυκλοφοριακής συμφόρησης στο κέντρο της, ενώ η παλιά, κινητή γέφυρα, χρησιμοποιείται από τους επισκέπτες ως σημείο παρατήρησης της παλιρροιακής εναλλασσόμενης κίνησης των νερών του Ευβοϊκού. Από κει ξεκινάει και το πιο κοσμοπολίτικο σημείο της πόλης, ο τουριστικός, παραλιακός πεζόδρομος με τις καφετέριες, τα εστιατόρια και τα ουζερί. Στην παραλία, δεσπόζει το Δημαρχείο, το οποίο στεγάζεται στο Μέγαρο Κότσικα και ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική του και τη θαυμαστή ισορροπία των όγκων. Το Κόκκινο Σπίτι της οικογένειας Μάλλιου κοσμεί τη βόρεια πλευρά της παραλίας της πόλης. Χτίστηκε το 1884 από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Φλεγκίς και ανήκει στο Δήμο Χαλκιδέων. Στην πόλη υπάρχουν επίσης αρχαιολογικό και λαογραφικό μουσείο. Στο πρώτο φιλοξενούνται ευρήματα από ανασκαφές που έχουν γίνει σε διάφορα σημεία της Εύβοιας και κυρίως στην Ερέτρια, ενώ το Λαογραφικό Μουσείο περιλαμβάνει σπάνια αντικείμενα (όπλα, νομίσματα, παραδοσιακές ενδυμασίες) που μαρτυρούν τον τρόπο ζωής στην πόλη και την ύπαιθρο. Στο Τουρκικό Τζαμί, στεγάζεται μια βυζαντινή συλλογή, κυρίως από βυζαντινά και μεταβυζαντινά γλυπτά, ψηφιδωτά και κεραμικά, ενώ διάφορα έργα τέχνης εκτίθενται στην Δημοτική Πινακοθήκη. Τέλος, στο κέντρο της συνοικίας Κάστρο, βρίσκεται η μεσαιωνική εκκλησία της Αγίας Παρασκευής (πολιούχος της πόλης), ένας βυζαντινός ναός που ανοικοδόμησαν οι Βενετοί τον 14ο αιώνα. Άλλα αξιοθέατα είναι το Μεσαιωνικό Υδραγωγείο και η Μαρμαρένια Βρύση. Το κάστρο Το κάστρο Καράμπαμπα βρίσκεται σε ένα λόφο της βοιωτικής ακτής, που ονομάζεται Φούρκα, στη συνοικία της πόλης Κάνηθος και έχει στρατηγική θέση, ελέγχοντας τα στενά του Ευρίπου και την πόλη της Χαλκίδας.Το φρούριο που σώζεται σήμερα οικοδομήθηκε από τους Τούρκους το 1684, με σκοπό την προστασία της Χαλκίδας από τους Βενετούς. Οινοποιεία Σήμερα κάτω από την ομπρέλα της Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης Εύβοια που καθιστά όλους τους οινοπαραγωγούς αναγνωρίσιμους στο εξωτερικό, εμφανίζονται τρεις αμπελουργικές ζώνες. Αυτή του Ληλάντιου Πεδίου, της Ριτσώνας Αυλίδας και του Καρυστινού Οίνου, προσφέροντας μια αξιόλογη σειρά λευκών, ροζέ, ερυθρών και γλυκών επιδόρπιων κρασιών από διάφορες ποικιλίες. Σήμερα η αμπελουργική ζώνη της Ριτσώνας (αρχαία Μυκαλησσός) φιλοξενεί αρκετά οινοποιεία ανάμεσα στα οποία και ένα με βιολογικούς αμπελώνες που διαθέτει και επισκέψιμο Μουσείο Οίνου, όπου συσκευές οικοτεχνίας και παραδοσιακά εργαλεία άλλων εποχών θυμίζουν την προβιομηχανική περίοδο της χώρας. Μία γευστική λοιπόν ξενάγηση στην λαογραφική διαδρομή του κρασιού, μπορεί να πείσει για την διαχρονικότητά της και τον πλέον απαιτητικό ουρανίσκο. Έτσι αξιοποιώντας την ιδέα μιας ημερήσιας απόδρασης στους χώρους της ιστορικής πόλης και της όμορφης φύσης, οι οινοπνευματικές ξεναγήσεις στα οινοποιεία και τους αμπελώνες του νησιού σαγηνεύουν σήμερα κάθε απαιτητικό επισκέπτη, σε απόσταση αναπνοής από την Αθήνα. Αν θες κι εσύ να γνωρίσεις τις ομορφιές, αλλά και να γευτείς τις εξαιρετικές ποικιλίες των τοπικών αμπελώνων, δεν εχεις παρά να μας ακολουθήσεις την Κυριακή,17, Φεβρουαρίου 2019, στην μονοήμερη εξόρμησή μας, από την Αθήνα, στο νησί της Εύβοιας, με ιστορική ξενάγηση στο κέντρο της πόλης και το Κάστρο, πεζοπορία από την Αυλίδα ως τη Ριτσώνα και επίσκεψη - ξενάγηση και φυσικά γευστικές δοκιμές στο βιολογικό οινοποιείο της περιοχής. Κλείσε θέση μέσω του site και της αντίστοιχης φόρμας συμμετοχής! Τιμή: από 19€. Πηγές:clickatlife.gr & eviawines.gr
.Η Διώρυγα της Κορίνθου είναι διώρυγα η οποία ενώνει τον Σαρωνικό με τον Κορινθιακό κόλπο, στη θέση του Ισθμού της Κορίνθου, λίγο ανατολικότερα από την πόλη της Κορίνθου. Κατασκευάστηκε μεταξύ των ετών 1880-1893, έργο του Έλληνα μηχανικού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη. Η κατασκευή της είναι αποτέλεσμα της αναπτυξιακής πολιτικής του πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη, ο οποίος με την κατασκευή μεγάλων έργων υποδομής στόχευε στη δημιουργία ενός σύγχρονου και οικονομικά ανεπτυγμένου κράτους. Μήκος 6,4 km (4,0 miles) Πρώτος μηχανικός Ίστβαν Τουρ και Μπέλα Γκέστερ Έναρξη κατασκευής 1881 Έναρξη χρήσης 25 Ιουλίου 1893 Η Ιστορία Στα αρχαία χρόνια μεταξύ του τείχους του Ισθμού και του περιβόλου του υπήρχε η δίολκος, οδός μέσω της οποίας μεταφερόταν εμπορεύματα και μικρά πλοία για να αποφευχθεί ο περίπλους της Πελοποννήσου. Η δίολκος, κατασκευή του Περιάνδρου, ήταν ένας πλακόστρωτος δρόμος ντυμένος με ξύλα, επάνω στον οποίο γλιστρούσαν τα πλοία με τη βοήθεια λίπους. Τα πλοία που υπερισθμίζοντο πλήρωναν τέλη, που ήταν το πιο σημαντικό έσοδο της Κορίνθου. Η ιδέα της διώρυγας υπήρχε ήδη από την εποχή του Περίανδρου, το 602 π.Χ. Ο πρώτος που προσπάθησε την υλοποίησή του ήταν ο Νέρων, το 66 μ.Χ., σε σχέδια του Ιούλιου Καίσαρα και του Καλιγούλα. Μετά το θάνατο του Νέρωνα, συνέχισε την προσπάθεια ο Ηρώδης ο Αττικός, ο οποίος όμως την εγκατέλειψε. Ο Ι. Καποδίστριας, προβλέποντας τη σημασία που θα είχε η διώρυγα στην ανάπτυξη της Ελλάδας, ανέθεσε τη σχετική μελέτη σε μηχανικό. Η δαπάνη εκτιμήθηκε σε 40.000.000 χρυσά φράγκα, που δεν μπορούσαν να εξευρεθούν από τη διεθνή χρηματαγορά και η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε. Το 1869 έγινε η διώρυγα του Σουέζ και τον Νοέμβριο του ίδιου έτους η Κυβέρνηση Ζαΐμη ψήφισε νόμο "περί διορύξεως του Ισθμού", που εταιρεία ή ιδιώτης θα αναλάμβανε την κατασκευή και εκμετάλλευση του έργου. Η μελέτη του έργου έγινε από τον Ούγγρο στρατηγό István Türr, ο οποίος ίδρυσε την Διεθνή Εταιρεία της Θαλασσίας Διώρυγος της Κορίνθου (Société Internationale du Canal Maritime de Corinthe).[2][3] Στο έργο συμμετείχαν και άλλοι Ούγγροι ή Σλοβάκοι μηχανικοί, όπως ο Ίστβαν Τουρ και ο Μπέλα Γκέστερ από το Κόσιτσε της σημερινής Σλοβακίας. Λόγω έλλειψης κεφαλαίων το έργο ολοκληρώθηκε από εταιρεία του Ανδρέα Συγγρού το 1893. Οι εργασίες για τη διώρυγα εγκαινιάστηκαν την 23 Απριλίου 1882 παρουσία του βασιλιά Γεωργίου Α'. Στη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά την αποχώρησή τους οι Γερμανοί το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου 1944, ανατίναξαν τη σιδηροδρομική και την οδική γέφυρα, έριξαν βαγόνια τρένου σε ένα σημείο της διώρυγας για να τη φράξουν και πυροδότησαν εκρήξεις στο βυθό του προλιμένα. Το 1947 η Σχολή Μηχανικού του Στρατού ανέλαβε την ανακατασκευή της οδικής γέφυρας. Η διώρυγα έχει μήκος 6.346 m, πλάτος στην επιφάνεια της θάλασσας 24,6 m, στο βυθό της 21,3 m, ενώ το βάθος της κυμαίνεται από 7,50 έως 8 m. Κάθε χρόνο περνούν τη διώρυγα 12.000 πλοία. Σίγουρα αποτελεί μια μοναδική εμπειρία η διάπλους της διώρυγας που πραγματοποιείται από τουριστικά σκάφη, μια εμπειρία που χιλιάδες τουρίστες και επισκέπτες της περιοχής βιώνουν κάθε χρόνο, ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Πηγή:wikipedia
Ο Φενεός με την πανέμορφη Λίμνη Δόξα είναι μια πανέμορφη περιοχή της Oρεινής Κορινθίας. Η μοναδικότητα της οφείλεται στο μεγάλο οροπέδιο που βρίσκεται ανάμεσα στα βουνά Ζήρεια και Χελμός καθώς και στα 9 χωριά που σχεδόν κυκλικά περιστοιχίζουν την περιοχή του Φενεού. Aλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι ο Φενεός έχει χαρακτηριστεί «Κορινθιακή Ελβετία» για την εκπληκτική του ομορφιά και τη μοναδικής ομορφιάς θέση του. Σήμερα ο Φενεός αρχίζει και γίνεται γνωστός όλο και περισσότερο και είμαστε περήφανοι που μπορούμε να σας προσφέρουμε ευχάριστη διαμονή εδώ στο παραδοσιακό ξενώνα μας στη Γκούρα Φενεού Κορινθίας. Ο Φενεόςείναι περιοχή της Ορεινής Κορινθίας και αποτελείται από 9 χωριά. Ηταν Δήμος με πρωτεύουσα την Γκούρα. Πλέον ανήκει στον Δήμο Σικυωνίων με πρωτεύουσα το Κιάτο. Ιστορία Ο Φενεός είναι μια περιοχή στην Ορεινή Κορινθία με μεγάλη ιστορία, γνωστή από τα Αρχαία Χρόνια. Σύμφωνα με τον Όμηρο Φενεάτες έλαβαν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο. Την ύπαρξη πόλης στην περιοχή του Φενεού την αναφέρει και ο Παυσανίας στα βιβλία με τις περιηγήσεις του. Εξάλλου τα αρχαιολογικά ευρήματα που έχουν βρεθεί στη περιοχή του Φενεού δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για το ότι αυτός ο τόπος κατοικείται από αρχαιοτάτων χρόνων. Στα νεότερα χρόνια από ιστορικά έγραφα μαθαίνουμε ότι ο Φενεός άνηκε στην Αρκαδία και όχι στην Κορινθία όπως και ανήκει τα τελευταία 100 χρόνια. Οι κάτοικοι των χωριών του Φενεού προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στο ελληνικό κράτος τόσο κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας όσο και στη περίοδο της Γερμανικής κατοχής. Μαρτυρίες κάνουν λόγω για μεγάλη μάχη στην περιοχή του σημερινού χωριού Μάτι με τους Τούρκους. Επίσης σύμφωνα με κάποιες φήμες η επανάσταση πρόκειται να αρχίσει από το Μοναστήρι του Αγιου Γεωργίου αλλά τελικά ξεκίνησε από τα Καλάβρυτα. Στον πόλεμο του σαράντα οι Φενεάτες πήραν όπως είναι φυσικό και αυτοί μέρος. Οι περισσότεροι πολέμησαν στην μάχη της Κρήτης. Τα χωριά του Φενεού Γκούρα Η Γκούρα είναι το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής και πρωτεύουσα του πρώην Δήμου Φενεού (νυν Δήμος Συκιωνίων με πρωτεύουσα το Κιάτο). Είναι ένας οικισμός με υψόμετρο 950 μέτρα που βρίσκεται στις δυτικές πλαγιές της Ζήρειας στο βόρειο τμήμα της λεκάνης του Φενεού, στην πάνω κοιλάδα του ποταμού Όλβιου. Στην Γκούρα αξίζει κανείς να σταθεί και να θαυμάσει την πανέμορφη πλατεία με την επιβλητική πετρόχτιστη εκκλησία αλλά και τα αρχοντικά 19ου αιώνα του οπλαρχηγού της Επανάστασης Νικόλαου Οικονόμου – Γκούρα, του Σάρλη και του Μούρτη, τα οποία αποτελούν ιστορικά διατηρητέα μνημεία, χαρακτηριστικά της τοπικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα. Εδώ μπορεί κανείς να βρει σχεδόν τα πάντα. Φυσικά το δημαρχείο και όλες οι υπηρεσίες(Κ.Ε.Π, αστυνομία, ταχυδρομείο και Αγροτική Τράπεζα) είναι εδώ. Επίσης εδώ βρίσκονται και σχολεία (Νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο). Στη Γκούρα λειτουργεί Κέντρο Υγείας πλήρως εξοπλισμένο. Στο χωριό υπάρχουν ταβέρνες και παραδοσιακά καφενεία όπου μπορείτε να απολαύσετε το φαγητό ή το καφέ σας. Σπεσιαλιτέ της περιοχής η «σπαστή» σοκολάτα. Η Αρχαία Φενεός-(Καλύβια) Eίναι το χωριό απέναντι από την Γκούρα το οποίο απαραίτητα θα επισκεφτείτε κατά τη διαμονή σας στη περιοχή. Εκεί βρίσκονται πολλά αξιοθέατα. Το όνομα του χωριού άλλωστε άλλαξε για αυτό το λόγω. Στην Αρχαία Φενεό βρίσκονται ταβέρνες τόσο κοντά στη λίμνη «Δόξα» όσο και στο κέντρο του χωριού. Το Μάτι (Γκιόζα) Eίναι το δεύτερο μεγαλύτερο χωριό μετά την Γκούρα . Γνωστό από τη μυθολογία αφού ο Ηρακλής λένε ότι άνοιξε τις καταβόθρες για γλιτώσει τον κόσμο από το έλος. Έτσι η μεγάλη λίμνη του Φενεού αποξηράνθηκε φυσικά και πλέον έχει δώσει τη θέση της στο κάμπο. Στο Μάτι λειτουργεί παραδοσιακό τυροκομείο και μπορείτε να απολαύσετε το καφέ σας σε ένα από τα τρία καφενεία που βρίσκονται στην πλατεία του. Στο Μεσινό Το χωριό που βρίσκεται στην μέση του κάμπου του Φενεού μπορεί κανείς να απολαύσει το καφέ ή το φαγητό του στα μαγαζιά που βρίσκονται πάνω στο δρόμο και γύρω από την πλατεία του. Λειτουργεί ακόμα και σήμερα παραδοσιακός μύλος. Στο Στενό Υπάρχει ο φημισμένος, αιωνόβιος πλάτανος που βρίσκεται στην πλατεία του χωριού. Αξίζει να δοκιμάσετε λίγο από αυτό το νερό που βγαίνει μέσα από τον πλάτανο και ξεδιψά τον κάθε επισκέπτη. Αξίζει να σταματήσετε για λίγο στην «Αγία-Μαρίνα» για να ξεκουραστείτε και να απολαύσετε τη θέα. Παραδοσιακά καφενεία κάτω από το πλάτανο είναι τόπος συνάντησης των νέων τις περιοχής. Ο Φενεός (Συβίστα) Το χωριό με τα στενά δρομάκια και την πανέμορφη εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα. Τη νεροτριβή και το μύλο που βρίσκονται στην αρχή του χωριού και το σπουδαίας αξία λαογραφικά του μουσείο. Λειτουργούν παραδοσιακά καφενεία και ταβέρνα. Ο Ταρσός Ανω και Κάτω, μικρά χωριουδάκια με μεγάλη ιστορία. Οι κάτοικοι του Ταρσού λέγεται ότι ήταν οι πρώτοι γνήσιοι Φενεάτες. Το Πανόραμα Είναι ένα χωριό κτισμένο στα 1000 μέτρα υψόμετρο. Οι μικρές ταβέρνες προσφέρουν παραδοσιακή κουζίνα και καλό κρασί. Η Μοσιά Το πρώτο χωριό που συναντάται μόλις έρχεστε στο Φενεό( από το δρόμο μετά την Στυμφαλία) έχει δύο πολύ καλές ταβέρνες και παραδοσιακά καφενεία. Πηγή:www.oreinikorinthia.gr Η πεζοπορία έχει πολλά οφέλη για την υγεία μας καθώς διατηρεί τη φυσική μας κατάσταση, μας προσφέρει σωματική άσκηση και συμβάλλει στην ομαλή λειτουργία του οργανισμού μας. Πέρα, όμως, από τα οφέλη για την υγεία, αν αποφασίσεις να ξεκινήσεις το περπάτημα στη φύση θα έχεις και πολλά άλλα να σου προσφέρει σε διάφορους τομείς της ζωής σου.Αν έχεις σκεφτεί πολλές φορές να ξεκινήσεις το περπάτημα και έχεις μείνει στη σκέψη, ήρθε η ώρα να κάνεις την ιδέα αυτή πραγματικότητα και να είσαι σίγουρος/η ότι θα αλλάξει την καθημερινότητά σου.Παρακάτω, ακολουθούν οι λόγοι για τους οποίους σου προτείνουμε να ξεκινήσεις την πεζοπορία και να είσαι σίγουρος/η ότι αν την βάλεις στη ζωή σου δε θα το μετανιώσεις. 1. Χαρίζει πνευματική διαύγεια Η πεζοπορία εκτός από τους μυς δυναμώνει και το μυαλό. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι η σωματική άσκηση βοηθάει να κρατάμε το μυαλό μας σε εγρήγορση και να προλαμβάνουμε τη νοητική εξασθένιση. Επίσης, ενισχύει τη δημιουργικότητα, οξυγονώνει τον εγκέφαλο με τη μεταφορά αίματος και προκαλεί πολλαπλές λειτουργίες στο νευρικό σύστημα με αποτέλεσμα να «καθαρίζει» τη σκέψη. 2. Βοηθάει τη λειτουργία της καρδιάς Η άσκηση συμβάλλει τόσο στην πρόληψη όσο και στην αποκατάσταση των καρδιοπαθειών. Το περπάτημα αυξάνει τη χωρητικότητα των καρδιακών κοιλοτήτων καθιστώντας την καρδιά μια αποδοτική αντλία που στέλνει μεγαλύτερες ποσότητες αίματος στους ιστούς ανά χτύπο. Παράλληλα ενδυναμώνει το μυοκάρδιο και τους πνεύμονες. Μια φυσιολογική αλλά αγύμναστη καρδιά ατροφεί όπως κάθε μυς που δεν ασκείται. 3. Καταπολεμά την αϋπνία Εάν το βράδυ κάτι σας κρατάει ξάγρυπνους, το περπάτημα αποτελεί όχι μόνο μία εξαιρετικής μορφής αερόβια άσκηση αλλά και το φάρμακο για την αϋπνία. Αυτό οφείλεται όχι μόνο στη σωματική κούραση που προκαλεί το περπάτημα αλλά συνδέεται και με τη μείωση των επιπέδων του στρες. Επιπλέον μειώνεται η θερμοκρασία του σώματος, γεγονός που οδηγεί όχι μόνο στο να πέσει κανείς γρήγορα για ύπνο, αλλά και να παραμείνει κοιμισμένος κατά τη διάρκεια της βραδιάς. 4. Καίει θερμίδες, μειώνει το βάρος Το πρώτο που θα σκεφτείς όταν αποφασίσεις να ξεκινήσεις τις πεζοπορίες και σίγουρα θα σε ωθήσει σε αυτό, είναι η καύση θερμίδων και συνεπώς η απώλεια βάρους. Το ποσοστό θερμίδων που θα κάψεις βέβαια εξαρτάται και από παράγοντες όπως το βάρος σου, οι διατροφικές σου συνήθειες, το πόσο μακριά θα περπατήσεις, καθώς και σε τι ρυθμό ταχύτητας, πόση ώρα, κ.λπ. 5. Είναι φτηνό Δεν χρειάζεστε ούτε μηνιαίες συνδρομές, ούτε ιδιαίτερο εξοπλισμό για να αρχίσετε το περπάτημα. Βεβαίως και μπορείτε να γυμναστείτε μέσα στην ασφάλεια του γυμναστηρίου, πάνω στο διάδρομο αλλά για ακόμα λιγότερα έξοδα, προτιμήστε το περπάτημα στη φύση. 6. Συμβάλλει στη μακροζωΐα Το περπάτημα μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης πολλών νόσων. Η φυσική άσκηση δυναμώνει την καρδιά έτσι ώστε να μεταφέρει περισσότερο αίμα με λιγότερη ενέργεια και μικρότερη πίεση στις αρτηρίες. Το περπάτημα αυξάνει το επίπεδο της «καλής» χοληστερόλης (HDL) και συγχρόνως βοηθάει στο να μειωθούν τα επίπεδα της LDL, η οποία είναι η υπαίτια για τη δημιουργία αρτηριοσκλήρωσης. Το συστηματικό περπάτημα αποτελεί την κύρια μορφή πρόληψης αλλά και θεραπείας της οστεοπόρωσης, ενώ προλαμβάνει ή καθυστερεί την εμφάνιση διαβήτη σε άτομα με προδιάθεση, και βελτιώνει τον γλυκαιμικό έλεγχο των διαβητικών. Παρ’ όλα αυτά, οι διαβητικοί θα πρέπει να προσέξουν ενδεχόμενα επεισόδια υπογλυκαιμίας που παρατηρούνται ορισμένες φορές λόγω της άθλησης. Επίσης, το περπάτημα οδηγεί σε ένα πιο ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα, δηλαδή προσφέρει τη λύση απέναντι στα κρυολογήματα, τις αλλεργίες, την κόπωση, τους πόνους στην πλάτη και τις πεπτικές διαταραχές. Μπορεί τα παραπάνω να φαίνονται υπερβολικά, ωστόσο βασίζονται σε επιστημονικές έρευνες. 7. Γνωρίζεις νέα μέρη και νέους ανθρώπους Με την πεζοπορία συνδυάζεις τα τοπία και τα μέρη που βλέπεις με τους ανθρώπους που είναι πολύ πιθανό να γνωρίσεις, ειδικά αν συμμετέχεις σε εξορμήσεις που διοργανώνουν διάφοροι ορειβατικοί σύλλογοι. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι όλες οι δραστηριότητες είναι πολύ καλύτερες με παρέα. 8. Μειώνει το άγχος και το στρες Δεν είναι τυχαίο ότι οι πεζοπόροι έχουν χαμηλότερα επίπεδα άγχους από όσους βλέπουν τηλεόραση ξαπλωμένοι στον καναπέ. Το περπάτημα ελέγχει το άγχος καθώς μειώνει τα επίπεδα κορτιζόλης στον οργανισμό μας, απομακρύνει την κατάθλιψη λόγω της έκκρισης ενδορφινών και χαρίζει αυτοπεποίθηση. Έρευνες έχουν δείξει ότι όσοι ασκούνται αποκτούν ένα είδος ανοσίας στο στρες με αποτέλεσμα να μην επηρεάζονται τόσο από καταστάσεις που προκαλούν άγχος και πίεση. Ένας τέλειος μηχανισμός άμυνας απέναντι στα στρεσογόνα ερεθίσματα. 9. Είναι για όλες τις ηλικίες Αφήστε τις δικαιολογίες του τύπου: «που να τρέχω τώρα», «έχω μεγαλώσει πια» και «δεν είμαι εγώ για τέτοια» και φορέστε τα πεζοπορικά σας μποτάκια. Η πεζοπορία είναι για όλες τις ηλικίες. Δεν χρειάζονται υπερβολές. Αρκεί να βρείτε το δικό σας ρυθμό. Σε περίπτωση που κάποιος υποφέρει από καρδιακές παθήσεις ή αναπνευστικά προβλήματα καλό θα ήταν να ξεκινήσει ήπιες διαδρομές και να αποφύγει τους έντονους ρυθμούς, αλλά και να συμβουλευτεί το γιατρό του. 10. Χαρίζει ευεξία και ζωντάνια Όσο κι αν πιστεύετε ότι το περπάτημα εξαντλεί τον πεζοπόρο, η πραγματικότητα σας διαψεύδει πανηγυρικά. Καλύτερες κινητικές ικανότητες, μεγαλύτερη αντοχή, μυϊκή δύναμη, ισορροπία και συντονισμός είναι μερικά από τα πλεονεκτήματα που αποκτά όποιος περπατάει συστηματικά. Κατά τη διάρκεια της σωματικής άσκησης ο εγκέφαλος απελευθερώνει ενδορφίνες, μια μορφή φυσικού ναρκωτικού που επιδρά θετικά στη διάθεση και την τόνωση του πνεύματος. Photos: Greece Adventure Trips & Cooperates Πηγή: hikingexperience.gr
Κορυφή: 2109m (Τριανταφυλλιά) Η Ντουρντουβάνα σλαβικό τοπωνύμιο που σημαίνει Τριανταφυλλιά, ή αλλιώς όρος Πεντέλεια σύμφωνα με τους αρχαίους, αποτελεί τη νοητή απόληξη των Αροάνιων Ορέων (Χελμός). Βρίσκεται νοτιοδυτικά του Χελμού και στο υψηλότερο του σημείο υπάρχουν δύο σχεδόν ισοϋψείς κορυφές. Περιμετρικά του βουνού κυριαρχεί δάσος ελάτων, ενώ σε πολλά σημεία και κοντά σε ρέματα υπάρχουν αρκετά φυλλοβόλα δέντρα με πιο εμφανή τα πλατάνια. Ένα ακόμη δέντρο που εντυπωσιάζει είναι το μαύρο πεύκο το οποίο συναντάται τόσο χαμηλά, όσο και πιο ψηλά λίγο πριν την αλπική περιοχή. Η πανίδα της περιοχής περιλαμβάνει αλεπούδες, λαγούς, ασβούς κ.α. Από πτηνά τα πιο συνηθισμένα είναι το γεράκι, η μπεκάτσα, τα κοράκια, τα αηδόνια, οι καρδερίνες και μερικά ακόμη μικρότερα πουλιά. Από το βουνό βέβαια δεν λείπουν και οι κυνηγοί οι οποίοι αφήνουν τα σημάδια τους παντού. Οι διάτρητες από σκάγια ορειβατικές ταμπέλες και οι πολλές τρύπες επάνω στους κορμούς των δέντρων μας θυμίζουν ότι δεν βρισκόμαστε όλοι στο βουνό για τον ίδιο σκοπό. Πολλοί επισκέπτες έρχονται στην περιοχή για να δουν την τεχνητή λίμνη Δόξας η οποία βρίσκεται κοντά στα χωριά Αρχαία Φενεός και Πανόραμα. Αξίζει να επισκεφτεί κανείς την αρχαία Φενεό που βρίσκεται στην τοποθεσία πύργος λίγο έξω από το ομώνυμο χωριό. Υπάρχουν ψηφιδωτά αλλά και ένας βωμός ενώ πολλά από τα ευρήματα έχουν μεταφερθεί στο μουσείο του χωριού. Η τεχνητή λίμνη Δόξαείναι το σήμα κατατεθέν της περιοχής ενώ περιμετρικά αυτής υπάρχουν και αρκετά μονοπάτια όπως και δασικοί δρόμοι για πεζοπορία. Ομορφότερη εποχή για μια επίσκεψη στην περιοχή είναι η άνοιξη. Πηγή: www.mountainsgreece.com
Ο Αώος αποτελεί ένα από τα πιο καθαρά ποτάμια της Ευρώπης που πηγάζει και κινείται σε μια από τις πιο παρθένες περιοχές της χώρας μας, στα βόρεια της Ηπείρου. Στην ελληνική μυθολογία το όνομα Αώος αποτελούσε επίθετο του Άδωνη, ενώ ιστορικά έχει αναφερθεί και ως Αίας, Άνιος και Αύος. Το συνολικό του μήκος φτάνει τα 272 χλμ. από τα οποία τα 68 κυλάνε στην Ελλάδα. Το ποτάμι στη συνέχεια κατευθύνεται προς τα βορειοδυτικά, εισέρχεται, νοτιοδυτικά της Κόνιτσας, στην Αλβανία, όπου αναφέρεται με το όνομα Vjosë και εκβάλλει στην Αδριατική στο μέσο περίπου της γειτονικής χώρας. Ο Αώος πηγάζει από τη Βόρεια Πίνδο σε υψόμετρο 1.340 μέτρων, όπου έχει δημιουργηθεί η τεχνητή λίμνη του Αώου και εμπλουτίζεται με νερά από πολλούς παραπόταμους με σημαντικότερους τον Βοϊδομάτη και τον Σαραντάπορο. Ο ποταμός διέρχεται ανάμεσα στους ορεινούς όγκους της Τύμφης και του Σμόλικα και στο σημείο που περνάει δίπλα από την Τραπεζίτσα σχηματίζει ένα εντυπωσιακό, πυκνοδασωμένο και σχεδόν απρόσιτο, φαράγγι που φτάνει τα 8 χλμ. σε μήκος. Ο Αώος «τρέχει» ανάμεσα σε δύο Εθνικά Πάρκα, του Βίκου-Αώου και της Βάλιας Κάλντα, συμβάλλοντας με την καθαρότητα, τον όγκο και την δύναμη των νερών του στην διαμόρφωση και διατήρηση του άγριου τοπίου και της πλούσιας φύσης της περιοχής. Δυστυχώς, διάφοροι πολιτικοί και πρόθυμοι «περιβαλλοντολόγοι» αντιλαμβάνονται την άγρια φύση της χώρας μας ως κτήμα τους, φτάνοντας στο απίστευτο σημείο να μελετούν την εκτροπή του ποταμού, με τη δημιουργία φαραωνικών έργων και στερώντας από τα οικοσυστήματα, τα ζώα, τα φυτά, τους κατοίκους της περιοχής και όλους μας, μία από τις πιο παρθένες περιοχές της χώρας. Σε όλο το διάβα του, ο Αώος καλύπτεται από μεγάλα παρόχθια δάση με ιτιές, λεύκες, πλατάνια, σκλήθρα, σφενδάμια και πικροκαστανιές, ενώ λίγο πιο ψηλά από την κοίτη του ξεκινάνε υπέροχα μεικτά δάση όπου κυριαρχεί το μαύρο πεύκο που ενώνεται με οξυές, έλατα και φλαμουριές. Η περιοχή είναι διάσημη για τον χλωριδικό της πλούτο. Στις όχθες και στα βράχια φυτρώνουν πολλά σπάνια φυτά, από τα οποία ξεχωρίζουν η ενδημική κενταύρια Centaurea pawlowskii, το Bupleurum karglii, η σιληνή της Πίνδου Silene pindicola, ο κρίνος Lilium candidum, η Angelica sylvestris, η Hesperis dinarica, η σπάνια Ramonda serbica, η Scutellaria rupestris adenotricha, το Sedum rubens, η καμπανούλα Campanula bononiensis, ο Stachys plumosa, το βαλσαμόχορτο Hypericum rumeliacum, το εντυπωσιακό Petasites hybridus, η Agrimonia eupatoria, η Asphodeline lutea, το αγριογαρύφαλλο Dianthus viscidus, το Linum hologynum, ο Tragopogon balcanicus, το γεράνι Geranium subcaulescens, η Orlaya daucorlaya, η ίριδα Iris sintenisii, η Digitalis lanata και οι ορχιδέες Dactylorhiza saccifera, Himantoglossum caprinum, Cephalanthera rubra, Platanthera chlorantha, Anacamptis morio, A. pyramidalis, Neotinea tridentata, Ophrys apifera, O. epirotica, O. helenae, O. oestrifera. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η Lysimachia atropurpurea που φυτρώνει κατά δεκάδες στα άνυδρα βραχώδη σημεία της κοίτης στο τέλος της άνοιξης. Στην κοίτη του ποταμού, μπορεί κανείς να παρατηρήσει αρκετούς νεροκότσυφες να πετάνε από το ένα βραχάκι στο άλλο. Από τα αρπακτικά στη περιοχή ζούνε γερακίνες, φιδαετοί, σφηκιάρηδες, πετρίτες, ξεφτέρια, βραχοκιρκίνεζα, μπούφοι, χουχουριστές και κουκουβάγιες. Άλλα κοινά είδη που ζούνε γύρω από το ποτάμι είναι οι σταχτοσουσουράδες, τα αηδόνια, οι γαλαζοπαπαδίτσες, οι καλόγεροι, οι φάσσες, οι δεντροτσοπανάκοι, οι δεντροβάτες, οι αιγίθαλοι, οι τρυποφράχτες, τα λούγαρα, οι μεσαίοι δρυοκολάπτες, οι πράσινοι δρυοκολάπτες, διάφορα είδη από μυγοχάφτες, οι κοκκοθραύστες, οι καρδερίνες, οι φλώροι, τα σιρλοτσίχλονα, τα βουνοτσίχλονα, τα μιλτοχελίδονα, οι γερακότσιχλες, οι κάργιες, οι κίσσες και οι θαμνοτσιροβάκοι. Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει πολλά είδη όπως, λοφιοφόρους τρίτωνες, σαλαμάνδρες, κιτρινομπομπίνες, φρύνους, πρασινόφρυνους, γραικοβάτραχους, πηδοβάτραχους, λιμνοβάτραχους, κονάκια, σαύρες της Ρούμελης, τρανόσαυρες, τοιχογουστέρες, σαΐτες, νερόφιδα, λιμνόφιδα, στεφανοφόρους, σπιτόφιδα, δεντρογαλιές και οχιές. Ο Αώος είναι από τα σημαντικότερα ποτάμια για τις βίδρες, ενώ στα γύρω δάση ζούνε αρκούδες, ζαρκάδια, αγριόγατοι, αγριογούρουνα, αλεπούδες, ασβοί, κουνάβια, νυφίτσες, σκίουροι και δεντρομυωξοί και ένα μικρό σπάνιο θηλαστικό, η νερομυγαλή, το οποίο τρέφεται με υδρόβια ασπόνδυλα. Η ιχθυοπανίδα του ποταμού είναι εξίσου πλούσια. Είναι ενδεικτικό ότι ο Παυσανίας αναφέρει: «οι δε Ελλήνων ποταμοί δείματα ως από θηρίων εισίν ουδέν, επεί και Αώω τω δια της Θεσπρωτίδος ρέοντι ηπείρου θηρία ου ποτάμια οι κύνες, αλλά επήλυδες εισιν εκ θαλάσσης» που με μια ελεύθερη μετάφραση σημαίνει: «Οι ποταμοί της Ελλάδας δεν έχουν φόβους από θηρία. Όσον αφορά τα θηρία του Αώου, που περνά από τη Θεσπρωτία, δεν είναι ποταμίσιοι καρχαρίες αλλά μετανάστες από τη θάλασσα». Στα νερά του ποταμού ζούνε 24 είδη ψαριών από τα οποία ξεχωρίζουν η αχριδοβελονίτσα (Cobitis ohridana), ο κωβιός της Σκόδρας (Gobio skadarensis), ο πινδοβίνος (Oxynoemacheilus pindus), το σίρκο της Σκόδρας (Alburnus scoranza), η σαρδελομάνα (Alosa fallax), η ιονική πέστροφα (Salmo farioides), η μπριάνα των Πρεσπών (Barbus prespensis) και το τσιρώνι της Οχρίδας (Rutilus ohridanus). Άλλα είδη είναι το ευρωπαϊκό τσιρωνάκι (Alburnoides bipunctatus), το χέλι (Anguilla anguilla), ο σύρτης (Chondrostoma vardarense) και ο χειλάς (Pachychilon pictum), ενώ στο ποτάμι ζούνε και κάποια αλλόχθονα είδη, όπως ο οξύρυγχος του Δούναβη (Acipenser gueldenstaedtii), ο οξύρυγχος του είδους Acipenser baeri και η αμερικάνικη πέστροφα (Oncorhynchus mykiss). Σημαντικό οικιστικό κέντρο ήδη από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, οι Aιγές («αι Αιγεαί») αποτέλεσαν το λίκνο της βασιλικής δυναστείας των Τημενιδών και τον πυρήνα του μακεδονικού βασιλείου από τα μέσα περίπου του 7ου αιώνα π.Χ. Κωμόπολη της Ημαθίας και της Μακεδονίας, χτισμένη σε απόσταση 8 χιλιομέτρων νοτιοανατολικά της Βέροιας, η Βεργίνα, που δημιουργήθηκε μετά τον ερχομό ποντίων προσφύγων (το 1922), απέκτησε παγκόσμια φήμη και ακτινοβολία χάρη στα λαμπρά ανασκαφικά ευρήματα που έφερε στο φως το 1977 ο αείμνηστος καθηγητής Mανόλης Aνδρόνικος. Στους βόρειους πρόποδες των Πιερίων και νοτίως του ποταμού Αλιάκμονα, ανάμεσα στη Βεργίνα και το γειτονικό χωριό Παλατίτσια, σε μια περιοχή στρατηγικής σημασίας και πλούσια από την άποψη των φυσικών πόρων, ανακαλύφθηκε μια πόλη «κατά κώμας» (δηλαδή, ένα πολεοδομικό συγκρότημα με το τειχισμένο άστυ στο κέντρο και πολυάριθμους μικρότερους και μεγαλύτερους συνοικισμούς ολόγυρα), που ταυτίστηκε με τις Aιγές, την πρώτη πόλη των Μακεδόνων. Σημαντικό οικιστικό κέντρο ήδη από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (10ος-7ος αιώνας π.Χ.), οι Aιγές («αι Αιγεαί», ο τόπος με τα πολλά κατσίκια) αποτέλεσαν το λίκνο της βασιλικής δυναστείας των Τημενιδών και τον πυρήνα του μακεδονικού βασιλείου από τα μέσα περίπου του 7ου αιώνα π.Χ. (τότε έγινε βασιλιάς των Μακεδόνων ο Περδίκκας Α’, Δωριέας από το Άργος και απόγονος της γενιάς του Ηρακλή). Επί βασιλείας Αλεξάνδρου Α’ (498-454 π.Χ.) οι Αιγές υπήρξαν το κέντρο του σημαντικότερου ελληνικού κράτους στο βορρά. Επί Αρχελάου Α’ (413-399 π.Χ.) η αυλή των Αιγών αποτέλεσε χώρο φιλοξενίας για σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως ο ζωγράφος Ζεύξις και ο Ευριπίδης, ο οποίος επέπρωτο να συνθέσει εδώ τις τελευταίες τραγωδίες του. Εποχή ύψιστης ακμής για τις Αιγές υπήρξε η περίοδος της βασιλείας του Φιλίππου Β’ (359-336 π.Χ.), πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν αναπτύχθηκε εντονότατη οικοδομική δραστηριότητα στην πόλη (μεταξύ άλλων, τότε οικοδομήθηκε το ανάκτορο των Αιγών, το σημαντικότερο μαζί με τον Παρθενώνα κτίριο της κλασικής Ελλάδας) και η αυλή του ξακουστού μακεδόνα βασιλιά αποτέλεσε εστία παραγωγής πολιτισμού. Κατά το α’ μισό του 4ου αιώνα π.Χ. οι εξελίξεις στο πολιτικό και στρατιωτικό πεδίο υποχρέωσαν τους μακεδόνες βασιλείς και τα μέλη των οικογενειών τους να παραμένουν ολοένα και περισσότερο στην Πέλλα, το τότε λιμάνι στη βόρεια πλευρά του Θερμαϊκού, που μεταμορφώθηκε ταχέως σε μια μεγάλη πόλη. Παρά ταύτα, οι Αιγές συνέχισαν να αποτελούν την πατροπαράδοτη βασιλική καθέδρα, τον τόπο όπου βρίσκονταν το ανάκτορο και οι τάφοι των βασιλέων, αλλά και τελούνταν οι σημαντικότερες ιερές τελετές και γιορτές του μακεδονικού βασιλείου. Στις Αιγές έπεσε νεκρός το καλοκαίρι του 336 π.Χ. ο Φίλιππος Β’, εκλεγμένος ηγεμόνας και αρχιστράτηγος όλων των Ελλήνων, στις Αιγές ανακηρύχθηκε βασιλιάς ο Μεγαλέξανδρος, ο οποίος φρόντισε να ενταφιάσει με τον αρμόζοντα τρόπο τον πατέρα του στη βασιλική νεκρόπολη των Αιγών. Εξάλλου, από τις Αιγές ξεκίνησε ο Μέγας Αλέξανδρος, την άνοιξη του 334 π.Χ., τη μεγάλη εκστρατεία του, αυτήν που έμελλε να τον καταστήσει κοσμοκράτορα και να κάνει το όνομά του γνωστό στα πέρατα της οικουμένης. Άρρηκτα δεμένες με τη μοίρα του μακεδονικού βασιλείου, οι Αιγές καταστράφηκαν μετά την ήττα του 168 π.Χ. από τους Ρωμαίους, γνώρισαν την παρακμή και έμειναν επί αιώνες στην αφάνεια, μέχρι τη στιγμή κατά την οποία η σκαπάνη του Μανόλη Ανδρόνικου συνάντησε την ιστορία στη μεγάλη Τούμπα των Αιγών. Τα ευρήματα της πολύχρυσης νεκρόπολης των Αιγών, τα αριστουργήματα της μακεδονικής τέχνης (η χρυσή λάρνακα και το χρυσό γοργόνειο από την πανοπλία του Φιλίππου Β’, η παράσταση από το θρόνο της Ευρυδίκης, οι τοιχογραφίες με τον Πλούτωνα και τον Ερμή, το στεφάνι μυρτιάς της Μήδας, της θρακιώτισσας συζύγου του Φιλίππου Β’, κ.ά.), τα εκθέματα του Μουσείου Βασιλικών Τάφων των Αιγών φανερώνουν τη συνεισφορά των Μακεδόνων στον πολιτισμό και μαρτυρούν το μεγάλο πλούτο και τη δύναμη, το υψηλό καλλιτεχνικό αισθητήριο και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων που έζησαν και έδρασαν στις Αιγές. Ο ευρύτερος αρχαιολογικός χώρος των Αιγών συγκαταλέγεται στα Mνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Kληρονομιάς της UNESCO και προστατεύεται ως περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Πηγή:www.in.gr
Ο Πεντάλοφος, το παλιό Ζουπάνι, είναι το μεγαλύτερο μαστοροχώρι της Μακεδονίας. Εδώ γεννήθηκε η χαρακτηριστική φράση Πέτρα είχαμε, πέτρα δουλέψαμε… Οι μάστορες που έβγαλε ο τόπος ήταν τόσοι πολλοί και ξακουστοί, με αποτέλεσμα να αποκαλούνταν ως Ζουπανιώτες, όχι μόνο οι μάστορες του γειτονικού Βυθού, αλλά όλοι όσοι προέρχονταν από το Βόιο. Η τέχνη τους βρίσκεται αποτυπωμένη κυρίως στις εκκλησίες, στα διώροφα και τριώροφα σπίτια του χωριού.
Είναι χαρακτηρισμένος ως Παραδοσιακός Οικισμός και διαθέτει περισσότερα από 500 πυργόσπιτα. Χωρίζεται σε δύο κύριες συνοικίες, την Κάτω, σκαρφαλωμένη στην απότομη πλαγιά της Γκραντίσκας και την Άνω, χτισμένη δίπλα στο καστανόδασος του Ρουμανιού. Ακριβώς στο κέντρο βρίσκεται η πλατεία με τα καταστήματα, η περίφημη Λόντζια, για την οποία δημιουργήθηκε και ξεχωριστός παραδοσιακός χορός. Είναι ένα τεράστιο σε έκταση κεφαλοχώρι, δομημένο αμφιθεατρικά, με το υψόμετρό του να κυμαίνεται από 950 μέχρι 1.100 μέτρα. Την περίοδο της απελευθέρωσης από τους Τούρκους ο πληθυσμός του έφθανε σχεδόν τους 2.500 κατοίκους και είχε μετατραπεί σε μία ζωντανή ορεινή κωμόπολη. Σήμερα 300 περίπου άνθρωποι μένουν εδώ όλο το χρόνο αν και το Καλοκαίρι ο αριθμός αυξάνεται κατά πολύ. Ο πρώτος πυρήνας του οικισμού δημιουργήθηκε το έτος 1427 και έπειτα εγκαταστάθηκαν αμιγώς ελληνικοί πληθυσμοί από άλλες περιοχές του Βοΐου και της Ηπείρου. Από τότε πρωταγωνίστησε σε όλους σχεδόν τους σημαντικούς σταθμούς της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας το Ζουπάνι ήταν το σημαντικότερο κέντρο της βορειοανατολικής Πίνδου. Στα χρόνια της Επανάστασης εδώ δρούσε ο Παύλος Μελάς, όπως και μέχρι εδώ έφταναν οι επιδρομές των Τουρκαλαβανών για να σκορπίσουν την καταστροφή και τελικά να κάψουν το χωριό το έτος 1829. Στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο αποτέλεσε το ορμητήριο του ελληνικού στρατού και την πολιτική και στρατιωτική έδρα της Αντίστασης της Δυτικής Μακεδονίας από τον Ιούνιο του έτους 1943 ως το τέλος της Κατοχής. Από εδώ πέρασε ο Δαβάκης, ο πρωταγωνιστής του έπους του ’40 και από εδώ ξεκινούσαν οι Γυναίκες της Πίνδου, φορτωμένες με πυρομαχικά στην ανηφόρα για το μέτωπο και τραυματίες στην επιστροφή. Η νύχτα ζύγωνε, η βροχή δυνάμωνε και οι πρώτοι στρατιώτες πρόβαλαν μουσκεμένοι μέχρι το πετσί με το όπλο και τα εφόδιά τους φορτωμένοι. Σα νύχτωσε κατέφθαναν κι άλλοι πολλοί και γυναίκες με μουλάρια και άντρες του χωριού με δαδιά, για να δείχνουν το δρόμο. Ακόμα και στην αυλή μας είχαμε πολεμοφόδια. Φωνές, αλαλαγμός, τα ζώα δεν τα άφηναν να γυρίσουν πίσω, έπρεπε να ξαναπάνε στον Αι-Γιώργη της Βουχωρίνας. Ορθάνοικτες οι πόρτες του σχολείου να δεχθούν τους στρατιώτες. Με τα προπύλαιά του, τα μεγάλα παράθυρα και τις πελεκητές σε αρμονία πέτρες του, μου μιλούσε: «Μη φοβάσαι, θα νικήσουμε». (Δωροθέα Τακαλιού) Εδώ γράφτηκε η πρώτη ήττα των κατακτητών και από χωριά σαν τον Πεντάλοφο άλλαξε η παγκόσμια ιστορία. Βομβαρδίστηκε πολλές φορές από την ιταλική πολεμική αεροπορία, αλλά και από οβίδες όλμων κατά τον Εμφύλιο. Ως εκ θαύματος, γλίτωσε την πυρπόληση από τους Γερμανούς το έτος 1944 αν και υπήρξαν εκτελέσεις. Κάηκαν μόνο οι υποδομές των ανταρτών και το παλιό σχολείο, που ήταν ένα έργο τέχνης. Σήμα κατατεθέν αποτελεί η Γκραντίσκα και ο Ι.Ν. του Αγ. Αχιλλείου. Η Γκραντίσκα δεν είναι απλά ένας βράχος. Οι Πενταλοφίτες τον θεωρούν ιερό και είναι έθιμο για ζευγάρια, παρέες και ολόκληρες οικογένειες να ποζάρουν μπροστά της για μια φωτογραφία, συμβολίζοντας με την αγέρωχη ράχη της την ανθεκτικότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Από το έτος 1346 είχε ξεκινήσει να λειτουργεί ως κάστρο, τμήματα του οποίου σώζονται ακόμη. Άλλωστε, η λέξη Γκραντίσκα σημαίνει μικρή πόλη – κάστρο. Ο Ι.Ν. του Αγ. Αχιλλείου χτίστηκε το έτος 1742 από Ζουπανιώτες μαστόρους και φιλοτεχνήθηκε το 1774 από ζωγράφους των Χιονάδων της Ηπείρου. Το ιερό είχε ιστορηθεί νωρίτερα, το έτος 1744, από Γιαννιώτες ζωγράφους. Εδώ οι δημιουργοί υπερέβαλαν εαυτών. Πρόκειται για ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό κτίσμα και ένα αριστούργημα της αγιογραφικής τέχνης. Σήμερα, έχει κηρυχτεί Διατηρητέο Μνημείο. Παλιότερα αποτελούσε το χώρο εκκλησιασμού και των κατοίκων του Βυθού, όταν τα δύο χωριά θεωρούνταν ως ένα. Οι ντόπιοι σέβονταν τόσο πολύ τον Άγιο, που μια παλιά παράδοση λέει πως όσοι περνούσαν έφιπποι από εκεί έπρεπε να ξεπεζέψουν, γιατί αλλιώς τα άλογα τρόμαζαν, αγρίευαν και δεν προχωρούσαν. Σαν περάσεις φίλε από τον Πεντάλοφο, μην ξεχάσεις να ανάψεις ένα αγιοκέρι στη χάρη του Αγίου και να θαυμάσεις από κοντά τα έργα μιας εποχής όπου δεν υπήρχαν οι μηχανές και οι άνθρωποι δεν ζούσαν στον πυρετό μας. (Αργύρης Παφίλης) Ξεκινώντας την περιπλάνηση στα δαιδαλώδη γραφικά καλντερίμια του οικισμού, είναι πολύ ενδιαφέρουσα μια διαδρομή που θα περνάει από όλες τις πέτρινες εκκλησίες του. Καμάρι του φυσικού κόσμου που περιβάλλει τον Πεντάλοφο είναι για τους κατοίκους ο ορεινός όγκος του Προφήτη Ηλία, ο Αηλιάς ο Ζουπανιώτικος, το πυκνό καστανόδασος του Ρουμανιού, η κορυφή της Σπλήνας, οι ιαματικές πηγές στα Μπάνια και τα πευκοδάση της Πανούκλας. Ο Βυθός Κανένας άλλος οικισμός του Βοΐου δεν είναι χτισμένος σε τόσο απότομο και ορεινό τόπο όπως ο Βυθός, ο παλιός Ντόλος, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1025 μέτρων, αθέατος σχεδόν από παντού. Χωρίζεται σε δύο απομακρυσμένους μεταξύ τους μαχαλάδες, σα να πρόκειται για διαφορετικά χωριά. Ο Κάτω Βυθός, σε απόσταση μόλις ενός χιλιομέτρου από τον Πεντάλοφο, βρίσκεται πραγματικά βυθισμένος σε μια απότομη ρεματιά, πολιορκημένος από την πυκνή βλάστηση του καστανόδασους του Σιούτσι, όπου υπάρχει μία υπεραιωνόβια καστανιά. Αντίθετα, ο Επάνω Βυθός κρέμεται από τους θεόρατους βράχους που σχηματίζει το Καραούλι, οι οποίοι υψώνονται κατακόρυφα σε ύψος διακοσίων μέτρων, προστατεύοντας, ή απειλώντας τον. Εδώ βρίσκεται η κεντρική πλατεία, ο Μάρμαρος. Είναι ένα μεγάλο σε έκταση μαστοροχώρι, με 200 σπίτια, τα περισσότερα πέτρινα. Ο πληθυσμός του στη δεκαετία του ‘40 ξεπερνούσε τους 800 κατοίκους. Σήμερα 100 άνθρωποι τον κρατούν ζωντανό κατά το Χειμώνα. Χαρακτηριστικές είναι οι αναβαθμίδες τριγύρω, οι πεζούλες που φτιάχνονταν με σκοπό την ισοπέδωση του εδάφους ώστε να καλλιεργηθεί. Στον Κάτω Βυθό ζούσαν μερικές οικογένειες πριν το έτος 1600. Το ιδιαίτερο της τοποθεσίας προσέλκυσε πληθυσμούς από τα κατεστραμμένα Παλιοχώρια, όπως τη Φτέρη, την Καλογρίτσα, το Ζάλτσι, τον Ισκιοντόλο και το Παλιοκριμήνι και έπειτα από την Κυψέλη, τους Φιλιππαίους, το Σούλι και το Κεράσοβο της Ηπείρου. Αργότερα, στην περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και συγκεκριμένα τον Ιούλιο του έτους 1944 η ομοψυχία των κατοίκων και η προσφορά τους στον αγώνα της εθνικής αντίστασης οδήγησε τη γερμανική διοίκηση στη μικρόψυχη απόφαση να πυρποληθεί το χωριό αδιακρίτως. Το τελικό χτύπημα έδωσε ο Εμφύλιος, μιας και ο τόπος βρέθηκε ανάμεσα στα αδελφοκτόνα πυρά, βιώνοντας ανείπωτες ιστορίες. Στο παλιό σχολείο λειτουργεί από το 2013 Μουσείο Ιστορίας – Λαογραφίας. Όμως το μεγαλείο της φύσης που περιβάλλει το Βυθό έμεινε ανέγγιχτο στο πέρασμα του χρόνου. Εντυπωσιάζει το Καραούλι με τους κάθετους βράχους και το καστανόδασος του Λόγγου που βρίσκεται ακριβώς πίσω του, η τοποθεσία του Αγ. Πολύκαρπου με τον μικρό καταρράκτη από όπου γίνεται προσβάσιμη η τεχνητή λίμνη και αναμφισβήτητα το φυσικό μνημείο της Σιουποτίστας με το Σκοτωμένο Νερό, η ομορφότερη ίσως εικόνα του Βοΐου. Στον Κάτω Βυθό βρίσκονται δύο ακόμη επισκέψιμα καστανοδάση, της Μανούκας και του Σιούτσι, στην είσοδο του οποίου χτίστηκαν τα Μπνάρια, δύο κοντινές πέτρινες βρύσες με γάργαρο νερό, έργα τέχνης, καθώς και το γεφυράκι του Βυθού. Το Δίλοφο Το Δίλοφο, το παλιό Λιμπόχοβο, είναι ένα ακόμη περίφημο μαστοροχώρι, χτισμένο σε υψόμετρο 960 μέτρα στη δασωμένη ράχη Μπουργιάνη, στις Νότιες απολήξεις του Βοΐου, πολύ κοντά στον Τάλιαρο. Χωρίζεται σε δύο συνοικίες, η πρώτη με Ανατολικό και η δεύτερη με Δυτικό προσανατολισμό, ενώ ακριβώς ανάμεσά τους βρίσκεται η κεντρική πλατεία και ο Ι.Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ένα έργο εξειρετκής τέχνης. Αν και το Δίλοφο δεν είναι χαρακτηρισμένος παραδοσιακός οικισμός αποτελεί το καλύτερα διατηρημένο από αρχιτεκτονικής άποψης χωριό του Βοΐου με τη χαρακτηριστική κοκκινωπή πέτρα του. Το Χειμώνα εγκαταλείπεται σχεδόν τελείως. Οι ελάχιστοι κάτοικοι που απομένουν έχουν να διηγηθούν πολλά για το αδιάβατο χιόνι, το πέρασμα των αρκούδων και τις μοναχικές νύχτες, αλλά και για την απέραντη γαλήνη, την ομορφιά του τοπίου και τον καθαρό βουνίσιο αέρα. Πριν από 100 χρόνια πιθανό ξεπερνούσε τους 400 κατοίκους. Οι περισσότεροι έφθασαν εδώ μετά τις αλλεπάλληλες καταστροφές του Τσέρου, που είχε την ατυχία να βρίσκεται επάνω στη στράτα των Τουρκαλβανών προς το Νότο. Άλλοι ήρθαν εδώ από την Ήπειρο και από τα ημιορεινά του Βοΐου, ζητώντας καταφύγιο. Περήφανοι άνθρωποι οι Διλοφίτες, με αγάπη για τα γράμματα και τη μαστορική, επιστρέφουν τα Καλοκαίρια και φροντίζουν με περίσσιο ζήλο το χωριό το οποίο αναγεννιέται, ξεπερνώντας τους 100 κατοίκους. Η Αγ. Σωτήρα Ακριβώς επάνω από τον ποταμό Πραμόριτσα και την παλιά εθνική οδό Κοζάνης – Ιωαννίνων, στην πλαγιά ενός μικρού λόφου, σε υψόμετρο 900 μέτρα, κρύβεται η Αγ. Σωτήρα, ή αλλιώς Σβόλιανη. Πίσω από τα πυκνά δέντρα ξεδιπλώνεται ένας μυστικός τόπος με διώροφα πέτρινα σπίτια, καλντερίμια και λιγοστούς, αλλά ζεστούς ανθρώπους. Όπως στα περισσότερα χωριά της περιοχής, έτσι και στη γραφική Αγ. Σωτήρα η βλάστηση είναι οργιώδης, αυξάνεται συνεχώς, θεριεύει τα δάση, πολλαπλασιάζει την άγρια ζωή και κυριαρχεί στη θέση της άλλοτε ανθρώπινης παρουσίας, έχοντας καλύψει πεζούλες, μονοπάτια, μέχρι και κτίρια. Παλιότερα, εδώ είχαν βρει καταφύγιο πληθυσμοί από τα πιο χαμηλά, αλλά και κάτοικοι του Τσέρου. Η Σκάλα της Σβόλιανης, το στριφογυριστό πέτρινο καλντερίμι που ενώνει την Αγ. Σωτήρα με τον Πεντάλοφο έχει πολλά να μας πει για τους διωγμούς των Χριστιανών, το πέρασμα των ελληνικών στρατευμάτων στο έπος του ’40, τις περιπλανήσεις των μαστόρων και τα μακρινά ταξίδια των κιρατζήδων. Σήμερα το χωριό δεν σβήνει, αντιστέκεται και ξαναζωντανεύει με κάθε ευκαιρία, θυμίζοντας τις παλιές εποχές, όταν ξεπερνούσε τους 300 κατοίκους. Διαθέτει δύο υπέροχες εκκλησίες, την κεντρική, που είναι αφιερωμένη στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη και τον Κοιμητηριακό ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, που βρίσκεται στην είσοδο του οικισμού. Η Νέα Κοτύλη Ήταν κάπου μετά τον Εμφύλιο όταν οι κάτοικοι της Παλιάς Κοτύλης, ή αλλιώς Κοτέλτσι πήραν τη δύσκολη απόφαση να εγκαταλείψουν το χωριό τους. Είχε υποστεί πολλές καταστροφές και σκοτωμούς μετά τους πολέμους και βρίσκονταν απομονωμένο σε μία άγρια τοποθεσία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προσφέρει στους κατοίκους του τα απαραίτητα για να επιβιώσουν στην νέα εποχή που θα ξεκινούσε. Κάποιοι ακολούθησαν τους δρόμους της ξενιτιάς, άλλοι προτίμησαν να μείνουν στην Καστοριά και πολλοί από αυτούς αποφάσισαν να ιδρύσουν τη Νέα Κοτύλη στην απέναντι πλευρά του βουνού. Το νέο χωριό, το οποίο αναγνωρίστηκε ως οικισμός το έτος 1951, χτίστηκε στα βορειοανατολικά του Βοΐου, ακριβώς απέναντι από τα Όντρια, πιο κοντά στο Νεστόριο από ό,τι το παλιό, δίπλα στην εθνική οδό που ενώνει την Καστοριά με τα Ιωάννινα. Είναι ένα από τα ψηλότερα κατοικήσιμα μέρη της Ελλάδας με το εκπληκτικό υψόμετρο των 1.400 μέτρων. Εδώ οι στέγες είναι φτιαγμένες από λαμαρίνα και έχουν μεγάλη κλίση, για να πέφτει πιο εύκολα το ατελείωτο χιόνι του Χειμώνα. Σήμερα τείνει να διαμορφωθεί σε έναν από τους δημοφιλέστερους ορεινούς προορισμούς της Δυτικής Μακεδονίας. Οι Κοτυλιώτες επιστρέφουν στο παλιό χωριό μία φορά το χρόνο, για να τιμήσουν τον Αγ. Γεώργιο δίπλα στα γκρεμισμένα σπίτια των οικογενειών τους. |
AuthorGAT - η πηγή αναφέρεται ξεχωριστά σε κάθε post Archives
October 2020
Categories
All
|
We Would Love to Have You Visit Soon!We live & work in Athens GMT +2 timezone
10:00 am - 6:00 pm |
©
Greece Adventure Trips
|